ΒΙΒΛΙΟ, 26.04.2014
Από την "Καθημερινή", με το βλέμμα του ΝΙΚΟΥ ΒΑΤΟΠΟΥΛΟΥ
[...] Αυτό το βιβλίο κυνοφιλίας μετατρέπεται σταδιακά σε μια άλλου τύπου αυτοβιογραφία, μιa ιστόρηση του 20ού αιώνα [...]
Ν.Β.
Mόνο ο Κουασιμόδος, ίσως, να συναγωνιζόταν ή να ξεπερνούσε την αγάπη ενός σκύλου προς τον αφέντη του. Τον ευεργέτη του, τον ιερωμένο Κλαύδιο Φρόλο, που τον είχε περιμαζέψει, που του είχε μάθει ανάγνωση και γραφή και που τον είχε κάνει κωδωνοκρούστη στην Παναγία των Παρισίων, τον λάτρευε με μια αγάπη απόλυτη. Είχε γράψει ο Ουγκώ, «...ο Κουασιμόδος τον αγαπούσε τόσο, όσο ποτέ κανένας σκύλος δεν αγάπησε τον αφέντη του».
Είναι μια νύξη μονάχα, ένα θραύσμα μιας πυκνής τοιχογραφίας αισθημάτων, που δημιούργησε ο Κώστας Μαυρουδής, κατά τον τρόπο μιας αχανούς ταπισερί με σκηνές κυνηγιού, έρωτος και στοχασμού. Στις 70 σύντομες ιστορίες που απαρτίζουν το βιβλίο του «Η αθανασία των σκύλων», ο Κώστας Μαυρουδής μας δίνει μια ανθολόγηση βίου, λεπταίσθητου και ζωώδους, ευφρόσυνου και πένθιμου, μια τελετουργία ζωής και έναν αρχέγονο ψίθυρο για τον φανερό και αφανή κόσμο των νευμάτων, των σκέψεων, των σκιρτημάτων, των αισθήσεων.
Οχημα είναι ο σκύλος, κάθε σκύλος, ένα λαϊτμοτίφ που διατρέχει σαν κορδέλα όλα τα μικρά κεφάλαια, σαν στάσεις, σαν θρύψαλα, σαν σελίδες από λευκώματα, σαν εξορύξεις μνήμης. Αυτό το βιβλίο κυνοφιλίας μετατρέπεται σταδιακά σε μία άλλου τύπου αυτοβιογραφία, μια ιστόρηση του 20ού αιώνα, με προβλήτες στην τέχνη, στους τόπους και στα πρόσωπα. Η πινακοθήκη των προσώπων –φίλοι, συγγενείς, περαστικοί, άγνωστοι– αποκτά τον χαρακτήρα ενός ψηφιδωτού και οι σκύλοι, όλοι οι σκύλοι, σύντροφοι ή συνοδοί, περαστικοί ή αγαπημένοι, γίνονται οχήματα ανάγνωσης και κατανόησης του κόσμου.
Εχει τον τρόπο του ο Κώστας Μαυρουδής, άνθρωπος με υψηλή αισθητική και με καλλιέργεια όχι συνηθισμένη, να προτείνει μια πλατφόρμα στοχασμού και παρατήρησης με καύσιμο την περιέργεια, τον αυτοσαρκασμό, το παράδοξο και το άδηλο. Φέρνει εικόνες από ζωές περασμένες, από ταξίδια στο Παρίσι, στο Ρίμινι, στη Ραβένα με το Παλάτσο Μάουρο ντε Αντρέ, στη Δαλματία, στη Ρόδο με τα κτίρια του Φλορεστάνο ντι Φάουστο... Από συναντήσεις, από βλέμματα, από επισκέψεις σε μουσεία. Η ουβερτούρα της Αΐντα που χαϊδεύει τ’ αυτιά, η οδός Λέκκα καθώς ζωντανεύει, το πρώιμο ντοκιμαντέρ των Λυμιέρ «Η έξοδος από το εργοστάσιο» (1895), η Ελμα, το «γκέκα» με τις καφέ βούλες, η Κορντέλια, το κόκερ, ο Σβέλτο με τα πειθήνια μάτια, ο Κυριάκος που ήταν ένας σκύλος Δαλματίας, αλλά και ο Αμεδαίος, η Αριάδνη, ο Οθέλλος, το βελγικό Γκρένενταλ... Ολα αυτά αφρίζουν στις ακρογιαλιές της μνήμης, γίνονται σπαράγματα ζωής, με λίγο Μπουνιουέλ, και «Γατόπαρδο» και Βισκόντι. Γίνονται ξεφυλλίσματα του «Μικρού Ηρωα», προβολές στην «Αλκυονίδα» και μια λατέρνα στο Παλέρμο να παίζει κάτι από τη «Λουτσία ντι Λάμερμουρ»...
Αυτός ο κόσμος, φευγαλέος και ενιαίος, σαν ένα σεντόνι που ανεμίζει, γίνεται με τη ματιά του Κώστα Μαυρουδή, η πιο γλυκόπικρη κατάφαση στη ζωή. Ενα βιβλίο, στοχαστικά θυελλώδες.
Κώστας Μαυρουδής «Η αθανασία των σκύλων», εκδ. Πόλις, σελ. 212.
Από την "Καθημερινή", με το βλέμμα του ΝΙΚΟΥ ΒΑΤΟΠΟΥΛΟΥ
[...] Αυτό το βιβλίο κυνοφιλίας μετατρέπεται σταδιακά σε μια άλλου τύπου αυτοβιογραφία, μιa ιστόρηση του 20ού αιώνα [...]
Ν.Β.
Mόνο ο Κουασιμόδος, ίσως, να συναγωνιζόταν ή να ξεπερνούσε την αγάπη ενός σκύλου προς τον αφέντη του. Τον ευεργέτη του, τον ιερωμένο Κλαύδιο Φρόλο, που τον είχε περιμαζέψει, που του είχε μάθει ανάγνωση και γραφή και που τον είχε κάνει κωδωνοκρούστη στην Παναγία των Παρισίων, τον λάτρευε με μια αγάπη απόλυτη. Είχε γράψει ο Ουγκώ, «...ο Κουασιμόδος τον αγαπούσε τόσο, όσο ποτέ κανένας σκύλος δεν αγάπησε τον αφέντη του».
Είναι μια νύξη μονάχα, ένα θραύσμα μιας πυκνής τοιχογραφίας αισθημάτων, που δημιούργησε ο Κώστας Μαυρουδής, κατά τον τρόπο μιας αχανούς ταπισερί με σκηνές κυνηγιού, έρωτος και στοχασμού. Στις 70 σύντομες ιστορίες που απαρτίζουν το βιβλίο του «Η αθανασία των σκύλων», ο Κώστας Μαυρουδής μας δίνει μια ανθολόγηση βίου, λεπταίσθητου και ζωώδους, ευφρόσυνου και πένθιμου, μια τελετουργία ζωής και έναν αρχέγονο ψίθυρο για τον φανερό και αφανή κόσμο των νευμάτων, των σκέψεων, των σκιρτημάτων, των αισθήσεων.
Οχημα είναι ο σκύλος, κάθε σκύλος, ένα λαϊτμοτίφ που διατρέχει σαν κορδέλα όλα τα μικρά κεφάλαια, σαν στάσεις, σαν θρύψαλα, σαν σελίδες από λευκώματα, σαν εξορύξεις μνήμης. Αυτό το βιβλίο κυνοφιλίας μετατρέπεται σταδιακά σε μία άλλου τύπου αυτοβιογραφία, μια ιστόρηση του 20ού αιώνα, με προβλήτες στην τέχνη, στους τόπους και στα πρόσωπα. Η πινακοθήκη των προσώπων –φίλοι, συγγενείς, περαστικοί, άγνωστοι– αποκτά τον χαρακτήρα ενός ψηφιδωτού και οι σκύλοι, όλοι οι σκύλοι, σύντροφοι ή συνοδοί, περαστικοί ή αγαπημένοι, γίνονται οχήματα ανάγνωσης και κατανόησης του κόσμου.
Εχει τον τρόπο του ο Κώστας Μαυρουδής, άνθρωπος με υψηλή αισθητική και με καλλιέργεια όχι συνηθισμένη, να προτείνει μια πλατφόρμα στοχασμού και παρατήρησης με καύσιμο την περιέργεια, τον αυτοσαρκασμό, το παράδοξο και το άδηλο. Φέρνει εικόνες από ζωές περασμένες, από ταξίδια στο Παρίσι, στο Ρίμινι, στη Ραβένα με το Παλάτσο Μάουρο ντε Αντρέ, στη Δαλματία, στη Ρόδο με τα κτίρια του Φλορεστάνο ντι Φάουστο... Από συναντήσεις, από βλέμματα, από επισκέψεις σε μουσεία. Η ουβερτούρα της Αΐντα που χαϊδεύει τ’ αυτιά, η οδός Λέκκα καθώς ζωντανεύει, το πρώιμο ντοκιμαντέρ των Λυμιέρ «Η έξοδος από το εργοστάσιο» (1895), η Ελμα, το «γκέκα» με τις καφέ βούλες, η Κορντέλια, το κόκερ, ο Σβέλτο με τα πειθήνια μάτια, ο Κυριάκος που ήταν ένας σκύλος Δαλματίας, αλλά και ο Αμεδαίος, η Αριάδνη, ο Οθέλλος, το βελγικό Γκρένενταλ... Ολα αυτά αφρίζουν στις ακρογιαλιές της μνήμης, γίνονται σπαράγματα ζωής, με λίγο Μπουνιουέλ, και «Γατόπαρδο» και Βισκόντι. Γίνονται ξεφυλλίσματα του «Μικρού Ηρωα», προβολές στην «Αλκυονίδα» και μια λατέρνα στο Παλέρμο να παίζει κάτι από τη «Λουτσία ντι Λάμερμουρ»...
Αυτός ο κόσμος, φευγαλέος και ενιαίος, σαν ένα σεντόνι που ανεμίζει, γίνεται με τη ματιά του Κώστα Μαυρουδή, η πιο γλυκόπικρη κατάφαση στη ζωή. Ενα βιβλίο, στοχαστικά θυελλώδες.
Κώστας Μαυρουδής «Η αθανασία των σκύλων», εκδ. Πόλις, σελ. 212.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου