Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2014

Φωτογραφίζοντας το περιοδικό

Aυτό το πολύ μικρό βιβλιοπωλείο, ένα" βιβλιοπωλείο τσέπης" θα λέγαμε με τρυφερότητα, βρίσκεται απέναντι στον ναό της Ζωοδόχου Πηγής, στον πεζόδρομο της Μαυροκορδάτου. Ήταν από τα πρώτα, ως φαίνεται, που σήμερα προμηθεύτηκαν, όχι από εμάς, το νέο τεύχος του περιοδικού. Το είδαμε απόγευμα να αναπαύεται στα ράφια του.

Και βέβαια η φωτογραφία δεν είναι κάποιος πανηγυρισμός για την έγκαιρη παρουσία μας εκεί. Συνοδεύει τη σκέψη για το πόσο αθέατα και μυστικά έχει περάσει στις κλειστές σελίδες του ο στοχασμός που χειριστήκαμε αναπόφευκτα ως οι πρώτοι κριτικοί και επιμελητές. Κείμενα που μέχρι αυτή τη στιγμή μόνον εμείς ξέρουμε ότι υπάρχουν, ιδέες έτοιμες τις επόμενες μέρες να εκτεθούν.
Πίσω απ' την ευαρέσκειά μας για την παρουσία του τεύχους υπάρχει η σκέψη για την πορεία που έκαναν συγγραφείς, συνεργασίες, σχόλια, ποιήματα. Στις σελίδες, για παράδειγμα, που αφορούν τον Κάφκα κρύβεται μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση με τον Όρσον Ουέλς, ένα κείμενο του Τζ. Μ. Κούτσι και, παραλείποντας διάφορά άλλα, μια συνέντευξη του Πρίμο Λέβι που μετέφρασε τον "Πύργο" στα ιταλικά: "Μήπως οι προσπάθειες να καταστήσουμε επίκαιρο τον Κάφκα είναι βεβιασμένες", τον ρωτούν. "Δεν επιδιώκω να αποδώσω προφητικές ικανότητες στον Κάφκα", απαντά εκείνος, "αλλά ήταν ένας άνθρωπος που με ευαισθησία συνέλαβε αυτό το οποίο η Ευρώπη γύρω του ετοίμαζε. Θα πρέπει να διέθετε μιαν ευαισθησία σαν κι αυτή των ζώων όταν διαισθάνονται τους σεισμούς. Σίγουρα, το να βλέπεις τον Κάφκα ως προφήτη είναι περιοριοριστικό. Στο έργο του υπάρχουν τα πάντα, ο κάθε αναγνώστης ξαναβρίσκει τον εαυτό του, και επομένως οι ερμηνείες είναι ατέλειωτες, όσο ατέλειωτος είναι ο αριθμός των αναγνωστών".

Φωτογραφίζοντας το περιοδικό στο μικρό βιβλιοπωλείο του πεζόδρομου, περισσότερο απ' την ικανοποίηση για την ολοκλήρωση μιας ακόμη εμφανίσεως, σκεπτόμασταν την άγνωστη ύλη, αυτήν που γνωρίζουμε και ζυγίζουμε πριν απ' τον αγοραστή, τα κείμενα που θα διαβαστούν με ποικίλες αντιδράσεις, το βλέμμα που θα δοκιμάσει τα δικά μας κριτήρια.


Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2014

Tύπος και κρίση

"Στην ιστορία υπάρχουν οι εποχές των μεγάλων γεγονότων, εποχές της ταχύτητας και της έντασης, οι οποίες αναμενόμενο είναι να προσελκύουν το βλέμμα των ιστορικών και του κοινού. Όμως ανάμεσα στα μεγάλα γεγονότα μεσολαβεί χρόνος ζωής, η οποία, είτε φωτίζεται από τον προβολέα της δημοσιότητας είτε πορεύεται στο ημίφως, υπάρχει, όπως και οι άνθρωποι που εγγράφουν σε αυτό το μεταβατικό διάστημα τα βήματά τους ως σκέψη, συναίσθημα και δράση. Με την απορία για το τι συμβαίνει σε μια μεταβατική φάση, ξεκίνησε η παρούσα έρευνα". 


Ο Αγαθοκλής Αζέλης, ποιητής, ιστορικός, καθηγητής στην εκπαίδευση, με τιμά με την επιλογή αυτού του ποιητικού αποσπάσματος ως προμετωπίδας σε μια τόσο σημαντική μελέτη. Δεν έχουμε συχνά την ευκαιρία ανάλογων διακρίσεων, ούτε είναι εύκολο ένα ποίημα (το εισαγωγικό ποίημα από τις "Τέσσερις εποχές", εκδ.Κέδρος, 2012) να περπατά παράλληλα με το πνεύμα ενός βιβλίου. Στους στίχους εκείνους, να θυμίσω, συναντιόταν η διάθεση του ποιητή με τον αναγνώστη, καθώς οι δύο άγνωστοι ταυτίζονταν αποκαλυπτικά και τα βιώματα του ενός φαίνονταν να γίνονται κόσμος και του άλλου. Ευχαριστώ θερμά τον συγγραφέα.


Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2014

ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ




Υποθέτουμε ότι γύρω στα μέσα της εβδομάδος θα υπάρχει στα βιβλιοπωλεία το επόμενο ΔΕΝΤΡΟ (Νο 201-202). Τρία παράλληλα αφιερώματα: ΚΑΦΚΑ- ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΡΙΣΗ- Β΄μέρος του 1914, Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Επιπλέον, όπως πάντα, υπάρχει η ποικίλη ύλη, με ποίηση και πεζογραφία, η σχολιογραφία μας, οι κριτική, και οι ενδιαφέρουσες "Αναγνώσεις", με σημαντικά θέματα της πνευματικής ζωής, όπως τα συναντούμε στον ξένο τύπο.
Το προηγούμενο τεύχος μας, για όσους το ζητούν από ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ, από χθες είναι εξαντλημένο. Υπάρχουν ορισμένα αντίτυπα σε βιβλιοπωλεία της Αθήνας.(έξι στον "21ο αιώνα", Ζαλόγγου 9, επτά στην "Πολιτεία", Ασκληπιού 1, ισάριθμα στο βιβλιοπωλείο Χριστάκη, Ιπποκράτους 10, τρία στις "Πλειάδες", Σπ. Μερκούρη 62, ένα στον "Πορθμό" της Χαλκίδας, ίσως και σε ορισμένα συνοικιακά βιβλιοπωλεία και άλλα της επαρχίας που δεν ξέρουμε. Ευχαριστούμε θερμά για την ανταπόκριση και το ενδιαφέρο

Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2014

Πρέπει να ευχαριστήσουμε τους φίλους  που βρέθηκαν μαζί μας χθες το βράδυ (22/11/2014) στις "Πλειάδες". Ελπίζω να βρήκαν ενδιαφέρουσα τη
συνάντηση και το λόγο της. Και εις άλλα.

Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2014

Παρουσίαση της "Αθανασίας"

Αύριο, Σάββατο, στo βιβλιοπωλείο "Πλειάδες", Σπ. Μερκούρη 62, Παγκράτι, (μετρό Ευαγγελισμός) παρουσιάζεται το βιβλίο μου "Η αθανασία των Σκύλων". Στις 7.30 μμ.

Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2014

Εξώφυλλο

Σήμερα το προχωρήσαμε λίγο το εξώφυλλο. Πρέπει να προστεθούν ακόμα μερικά ονόματα και να αλλάξει η απόχρωση της σέπιας στην εικόνα του Κάφκα. Αύριο η συνέχεια. Καλό μεσημέρι.


Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2014

H αθανασία

Στις 22 Νοεμβρίου, ένα χρόνο μετά την κυκλοφορία του, θα παρουσιαστεί "Η αθανασία των σκύλων" στο δραστήριο βιβλιοπωλείο "Πλειάδες" της οδού Σπύρου Μερκούρη 62. Μετρό Ευαγγελισμός. Σάββατο, 7.30 μ.μ.

Οι εισηγητές δεν προέρχονται από τον λεγόμενο σκληρό πυρήνα της λογοτεχνίας, κι αυτό ίσως διευκολύνει μια άλλη προσέγγιση.

Ο Γ. Κόκκινος είναι ιστορικός και ασχολείται ιδιαίτερα με τη σχέση της μαρτυρίας ως στοιχείου της μικροιστορίας. Ο Χ.Ε. Μαραβέλιας είναι δοκιμιογράφος, συνεργάτης του περιοδικού Athens review of books, και ο Μ. Καρασαρίνης είναι διδάκτορας σύγχρονης Ιστορίας και δημοσιογράφος στο ΒΗΜΑ.

ΤΟ νέο ΔΕΝΤΡΟ, Νο. 201-202

Δεν είναι έτοιμο ακόμα, θέλουμε να προσθέσουμε μερικά κείμενα ποικίλης ύλης και σχολιογραφίας. Δεν θα αργήσει να κυκλοφορήσει. Ο διορθωτής μάς έχει παραδώσει την ύλη. Υπάρχουν τρία αφιερώματα: Φραντς Κάφκα, 1914, Νεοελληνική κρίση.


Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2014

Δι' ασυλλήπτων μεθόδων


Έχουν πει ότι κριτήριο για την αξία του σημαντικού έργου είναι αν αυτό εξακολουθεί να ενδιαφέρει, τρεις γενιές μετά τον συγγραφέα του. Πόσο, λοιπόν, και γιατί ο Παπαδιαμάντης αφορά σήμερα το σύγχρονο αισθητήριο; Πώς υποδεχόμαστε την αθωότητα της διηγηματογραφίας του ή τον πιο υποψιασμένο δραματικό ρεαλισμό του; Σίγουρα, για μια κατηγορία αναγνωστών, το συγκεκριμένο έργο έχει προτείνει έναν κανόνα βίου και αξιών. Το υποδέχονται μέσα από συναισθηματικές ταυτίσεις, βλέποντας τον συγγραφέα ως ζωγράφο του αυτόχθονος, μυστικοπαθή νοσταλγό, στον κόσμο του οποίου έχουν «επενδύσει». Στην αντίληψή μας, που πάντα τη βασάνιζε (και όχι αναιτίως) η αμηχανία ταυτότητας, η λογοτεχνία, μετά την ιστορία, είναι προνομιακή περιοχή ταυτίσεων και προβολών.
Στον αντίποδα, μια άλλη αναγνωστική αντίληψη επιχείρησε από πολύ νωρίς την αποδόμηση του παπαδιαμαντικού έργου. Αρνήθηκε την αξία των αφηγηματικών τρόπων, τη σημασία της θρησκευτικότητάς του, τους χαρακτήρες, στους οποίους αναγνώριζε την αναπαραγωγή προσώπων της απλοϊκής ζωής. Τόνισε την «πενιχρή θεματολογία», την ομφαλοσκοπική και ηθογραφική πλευρά του, τις προσηλώσεις του στο εκκλησιαστικό τυπικό που γίνεται όρος ζωής. («Είναι συντηρητικός. Το θρησκευόμενο Βυζάντιο σε στιγμές παρακμής. Μίσος για τους Φράγκους, αποστροφή για κάθε νεωτερισμό»). Πολλές από τις αντιρρήσεις είναι καίριες. Τα «αμφίβολα λογοπαίγνια», π.χ., που του καταλογίζει πρώτος, νομίζω, ο Δημαράς, συχνά είναι, πράγματι, κακό χιούμορ.
Οι τύποι των προσώπων είναι όντως περιορισμένοι, χωρίς ποικιλία. Η «υποτονισμένη ψυχογραφία», τα «χωρίς ενάργεια πρόσωπα, είναι θαμπά και ουδέτερα». Ανοίγω και διαβάζω, επί τούτω, τον "Ξεπεσμένο δερβίση" και τον "Ερωτα στα χιόνια". Τα πρόσωπα διαγράφονται μ' αυτόν τον τρόπο. Μολαταύτα μου αρέσει η διάχυτη λυρική διάθεση. Υπάρχει ένα ισχυρό ρεύμα ποίησης που βάζει στην άκρη αυτές (κι άλλες) ενστάσεις. Ο κόσμος του Παπαδιαμάντη δεν είναι ανενεργός. Δεν είναι κειμήλιο ευλάβειας, ούτε λεξικό πατριδογνωσίας. Νιώθω να ξεχειλίζει από μια ύλη ζωντανή και «παραγωγική». Ο Ξενόπουλος δεν έχει αφήσει για το μέλλον τη δυνατότητα να προστεθεί κάτι πιο καίριο και οξυδερκές στην παρατήρησή του. «Ο,τι σώζει και συχνά μεγαλύνει τας αλλοκότους συνθέσεις του είναι η διάθεσις την οποία δι' α σ υ λ λ ή π τ ω ν μεθόδων αυτές γεννούν».
Ξαναβλέποντας τη διηγηματογραφία του έπειτα από τουλάχιστον είκοσι χρόνια, βρίσκομαι, πράγματι, απέναντι σ' αυτή τη διάθεση, σε μιαν έκφραση, για την οποία δεν έπαψα να έχω άμεσα και γόνιμα αντανακλαστικά. Θυμάμαι ότι διαβάζοντας κάποτε το Κατά Λουκάν (κεφ.8), σταμάτησα στη θεραπεία του δαιμονισμένου. Τα δαιμόνια εγκατέλειψαν τον ασθενή και μπήκαν στο σώμα των χοίρων, που τρέχοντας έπεσαν με κινηματογραφική κίνηση στον γκρεμό. Δεν με γοήτευσε τόσο το γεγονός όσο η εικόνα του θεραπευμένου, που τον έβλεπες πλέον, λέει το κείμενο, «καθήμενον, ιματισμένον και σωφρονούντα". Τρεις μετοχές, θέλω να πω, που αποδίδουν με μαγική οικονομία το νέο πρόσωπο του άνδρα.
Πολλά χρόνια μετά τον σκιαθίτη διηγηματογράφο, ο Ανδρέας Εμπειρίκος στοιχημάτισε να μιλήσει, κάνοντας την καθαρεύουσα όργανό του και δίνοντάς της μιαν εκτός εποχής λάμψη. Από τις σελίδες του προέκυψε η εκθαμβωτική γλώσσα του, απρόσκοπτα αναγνωρίσιμος κλώνος του Παπαδιαμάντη. Το αίσθημα της ευφρόσυνης ακρίβειας και της πειθαρχίας (στοιχείο άγνωστο όχι μόνο στη γλώσσα, αλλά σε όλες τις νεότερες εκφράσεις του βίου μας) είναι θαυμαστό. Στον Παπαδιαμάντη η καθαρεύουσα είναι προσωπική περιοχή, με στυλιστική τελειότητα, με ευαισθησία και εκλεπτυσμένη οικονομία. Χωρίς να με αφορά «η ελληνορθόδοξη πνευματική παράδοση» που απηχεί το έργο, οδηγούμαι στις πιο λεπτές και απαιτητικές τέρψεις. Η γλώσσα με παρασύρει (συχνά με απομακρύνει) από το θέμα, κερδίζοντας αβίαστα την πρωτοκαθεδρία. Σαν ένας γοητευτικός φορμαλισμός επιβεβαιώνει το κύρος της μορφής, χωρίς αυτή η στάση να είναι επιτηδευμένη οπτική, μια παραφροσύνη χαράς α π ό και γ ι α τους ήχους.
Διότι δεν παύει να βρίσκεται μπροστά μου ένα έργο πλημμυρισμένο από ηθικά μεγέθη, γεγονότα και πάθη. Έτσι, μια πινακοθήκη προσώπων ηθογραφείται στο ανθηρό και επινοητικό αυτό ιδίωμα. Προκύπτει αναπόφευκτα η επόμενη σκέψη, που οδηγεί στο πολυσυζητημένο πρόσφατο εγχείρημα: το συγγραφέα μεταφρασμένο, έξω απ' τη γλώσσα του. Ο Καζαντζάκης, λοιπόν, θα κέρδιζε σε κάθε μετάφραση. Τα φίλτρα της φυσικότητας θα χάριζαν τη φρεσκάδα και τον αβίαστο ήχο που στερείται. Ο Παπαδιαμάντης, αντιθέτως, είναι «αμετάφραστος», όπως κάθε «ποιητής γλώσσας", αν και σε μια περίπτωση ξέρω πόσο χρησίμευσε (φώτισε προφανώς νοήματα) στην ισπανίδα μεταφράστρια της "Φόνισσας". Εν πάση περιπτώσει, μεταφερμένος στα σχήματα της αναλυτικής μας γλώσσας μικραίνει και μεταβάλλεται. Γίνεται συμβατικός καταγραφέας, ακινητεί ή κάνει χαμηλές πτήσεις πάνω από τα μεταλλαγμένα τοπία του. Αν αφήσει στην άκρη τις φιλολογικές περιέργειες, ο θεατής της ενδογλωσσικής μεταφράσεως νιώθει κατατονική πλήξη. Δεν δυσκολεύεται να καταλάβει το λόγο: διαβάζει παρακολουθώντας αμέτοχος άλλοτε τις εξαρθρωμένες, άλλοτε τις θαμπές εικόνες μιας οθόνης που την έχει γνωρίσει στη μνημειώδη και απολαυστική κραιπάλη των χρωμάτων και των ήχων της.



Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2014

Σαν όντα μαγικά..

Τι συγγραφέας! Γιόζεφ Ροτ. Εδώ φωτογραφία (δεξιά) με τον Τσβάιχ. Βανδαλική υπογράμμισή μου με κόκκινο μαρκαδόρο, δεκαπέντε χρόνια πριν στις σελίδες του "Φυγή χωρίς τέλος": [...] «Ευγενικά κοριτσάκια, συνετά πλάσματα μιας μητρόπολης, που κρατούσαν τη μαμά τους από το χέρι και προχωρούσαν στο λιθόστρωτο σαν όντα μαγικά, κάτι ανάμεσα σε πριγκίπισσα και ζώο". Και λίγο πιο κάτω: "Στα υπαίθρια καφέ, οι κυρίες με καλαμάκια, σαν λεπτά φλάουτα, ανάμεσα στα χείλη. Ο κόσμος ήταν πίσω από ένα γυαλί, όπως τα ανεκτίμητα χαλιά στα μουσεία".

Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2014

Το επόμενο

Στο επόμενο "τριμερές" ΔΕΝΤΡΟ. Τρία αφιερώματα. Η συνέχεια του "1914" (Β' μέρος). Φράντς Κάφκα (+1924-2014). Η "Κρίση" στα νεοελληνικά κείμενα.

Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2014

"H Aθανασία των σκύλων" στο blog του Librofilo

Τετάρτη, Οκτωβρίου 08, 2014
posted by Librofilo at Τετάρτη, Οκτωβρίου 08, 2014 | Permalink
Η αθανασία των σκύλων
«Σε τι χρησιμεύουν τόσα βιβλία;» ρώτησε ένα απόγευμα το παιδί. 
«Σε τίποτα», είπε μετα aπό σύντομη σκέψη εκείνος. "Είναι σενάρια του εαυτού τους"

Με ιστορίες ανθρώπων (περισσότερο) και σκύλων (λιγότερο) ασχολείται ο συγγραφέας , ποιητής και εκδότης Κώστας Μαυρουδής (Τήνος,1948) στη θαυμάσια συλλογή διηγημάτων του «Η ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΤΩΝ ΣΚΥΛΩΝ» (Εκδ.Πόλις, σελ.212). 70 «μπονζάϊ» διηγήματα (ή «ταχυδιηγήματα» όπως ο ίδιος αποκαλεί) σε ένα μάλλον ασυνήθιστο βιβλίο που εκτός των άλλων (ιδιαίτερα σημαντικών στοιχείων που, θα αναφέρω παρακάτω) εντυπωσιάζει με την οικονομία και την υπαινικτικότητα του λόγου του, στοιχείο που δύσκολα συναντάς στην ελληνική πεζογραφία.


Το «εύρημα» του βιβλίου είναι ότι, στα διηγήματα υπάρχει ένας ή περισσότεροι σκύλοι, οι οποίοι βρίσκονται άλλες φορές στο προσκήνιο της ιστορίας, και άλλες (τις περισσότερες) στο παρασκήνιο ή λειτουργούν ως σκηνικό – μπορεί δηλαδή να αποτελούν μέρος ενός πίνακα ή να περιπλανιούνται στους δρόμους.
Τα σκυλιά συνοδεύουν, τρέχουν, εμφανίζονται τυχαία, αφηγούνται (σε κάνα-δυό από τις ιστορίες), απεικονίζονται σε πίνακες, σε φιλμ φωτογραφικά, σε κινηματογραφικές σεκάνς, σε σελίδες κλασσικών ή μη βιβλίων της λογοτεχνίας.
«Η μνήμη των σκύλων που τριγυρίζουν με σιωπηλή σοβαρότητα τις πόλεις έχει κληρονομηθεί κατά το ήμισυ από παλιούς προγόνους τους»
Το βιβλίο μιλάει όμως για τον χρόνο και τη σχετικότητά του με πρόσχημα τους σκύλους, οι οποίοι έχουν άγνοια για τον χρόνο που περνάει, για τις στιγμές, έχουν άγνοια για τον θάνατο και τη φθορά. Η απώλεια, η μνήμη, η γήρανση, η παιδική ηλικία, η ενηλικίωση, ο θάνατος, διατρέχουν αυτά τα μικρά διηγήματα (διαμάντια τα περισσότερα) στα οποία υπάρχει μια έντονη αίσθηση νοσταλγίας. Ο συγγραφέας δεν αφήνεται σε έντονους συναισθηματισμούς, αποφεύγει τον σκόπελο του μελοδραματισμού που ελλοχεύει σε κάποια από αυτά και σταματάει (έστω απότομα) την αφήγηση για να μη πέσει στη παγίδα αυτή.
«Ο Ερμής δεν έχει συνείδηση, αγνοεί το τέλος, όπως το δάσος δεν γνωρίζει τίποτα για το πριονιστήριο. Μακαριότητα. Έζησε και πεθαίνει χωρίς να υποψιάζεται την απουσία του, χωρίς να ξέρει τίποτα για τον χρόνο. Σκέπτομαι ότι, όποτε χρειαστεί, θα υποβάλω σε ευθανασία μιαν ανύποπτη, δηλαδή μιαν αθάνατη ύπαρξη».
Είναι ένα ταξίδι μέσα στον χώρο και τον χρόνο καθώς το σινεμά και η λογοτεχνία είναι διαρκώς παρόντα στις ιστορίες του Μαυρουδή. Οι διακειμενικές αναφορές είναι αμέτρητες, ο συγγραφέας δεν επιδίδεται σε στείρα ονοματολογία σκηνοθετών ή συγγραφέων αλλά τους χρησιμοποιεί, τους εντάσσει στην αφήγηση του. Μπουνιουέλ, Χέρτσογκ, «Διακοπές στη Ρώμη», «Ο κλέφτης των ροδακίνων» (η ταινία και το βιβλίο), Σταντάλ, Ουγκώ, Βερν, Προυστ, Ντι Λαμπεντούζα («Ο Γατόπαρδος»), Μπάϊρον και πολλοί άλλοι ενώ δεν λείπουν και οι αναφορές σε πίνακες και ζωγράφους.
Πολλές από τις ιστορίες είναι σαν κινούμενες εικόνες με την κινηματογραφική έννοια του όρου (διότι τι άλλο είναι το σινεμά από «κινούμενες εικόνες»;). Παλιά επίκαιρα ή ιστορικές φωτογραφίες με παρελάσεις, με πανηγυρισμούς, με δοξολογίες όπου πάντα υπάρχει ένας σκύλος να διασχίζει το δρόμο, αδιάφορος για τα τεκταινόμενα, ασυγκίνητος μπροστά στη δυναμική των στιγμών, πάντα εκεί, πάντα «αόρατος».
«Γι’αυτό δεν έγραψα ποτέ», σκέφτηκε. «Τι αξίωση, για όλα εκείνα που αισθάνομαι, να ψάχνω ξένους που θα τα καταλάβουν»
Ο Μαυρουδής - έμπειρος ποιητής - , στα διηγήματά του συνομιλεί με την ποίηση. Μια κοπέλα επιλύει μετά από 40 χρόνια το σταυρόλεξο που άφησε ημιτελές ο νεκρός πατέρας της και που βρίσκει συμμαζεύοντας τα πράγματα του θανόντος, οι γιγάντιοι χαρταετοί που κάποιος φτιάχνει, τα σύννεφα πάνω από τη πόλη. Φράσεις ποιητικές, φιλοσοφικές, αισθαντικές που αφήνουν τον αναγνώστη μετέωρο, να στέκεται πάνω τους για αρκετή ώρα, και «να τις κουβαλάει» μαζί του για μέρες.
Εικόνες, φράσεις, συναίσθημα, λυρισμός, στοχαστικότητα, χιούμορ και αυτοσαρκασμός είναι μόνο μερικά από τα πράγματα που κρατάει κανείς ολοκληρώνοντας την ανάγνωση αυτού του σπουδαίου (και διόλου «κυνοφιλικού» με τη στενή έννοια του όρου) βιβλίου. Μια εξαιρετική συλλογή διηγημάτων που σε κερδίζει από την πρώτη σελίδα και σε ωθεί να σκεφτείς και να αφεθείς στη μαγεία του λόγου και των εικόνων που περιγράφονται μπροστά στα μάτια σου.
"Η γιαγιά του φίλου μου Μπερνάρ Ντυκλό, το γένος Σεϊντού, γεννημένη και μεγαλωμένη στην Τουλούζ, ήταν το 1978 μια ηλικιωμένη κυρία με παρελθόν θαυμάσιας φωτογράφου. Πάντα μαυρόασπρο φιλμ. Απ'όσα θαυμάσια είχα δεί θυμάμαι μόνο δυο μεγάλες ενότητες. Τζαμιά της Βόρειας Αφρικής, και μια σειρά από παιδιά με τεράστιες μπαγκέτες στα χέρια και τη μασχάλη, κωμικά δυσανάλογες με το ύψος τους.
"Αυτή η σκηνή στο ποτάμι είναι από τις θερινές διακοπές του '60", μου είπε, με απόλυτη βεβαιότητα για τη χρονολογία. "Ο μικρός είναι ο εγγονός μου, με τον πατέρα του και τον Honore, το Λαμπραντόρ τους. Εκείνο το μεσημέρι ο μικρός ψάρευε για ώρα χωρίς αποτέλεσμα. Βρισκόμασταν στο Σηκουάνα, στην Κονφλάς-Σαιντ-Ονορίν. Ο πατέρας του τον έστειλε να φέρει κάτι απ'το αυτοκίνητο και εντωμεταξύ κάρφωσε στο αγκίστρι ένα τεράστιο ψάρι που είχε γι'αυτόν το σκοπό. Το έριξε στο νερό και του έδωσε το καλάμι όταν επέστρεψε. Είχε ήδη χωρίσει και με κάθε ευκαιρία προσπαθούσε να δώσει στο γιο του μικρές επιβεβαιώσεις, αγωγή μιας θεωρίας περί παιδικών τραυμάτων. Τους φωτογραφίζω ενώ ο μικρός πανηγυρίζει έξαλλα και ο Honore κοιτάζει τη σκηνή αδιάφορος. "Ελπίζω να μη μάθει τα τρικ που, γεμάτος ενοχές, σκαρφιζόμουν για να του δίνω αυτοπεποίθηση", έλεγε ο γιός μου. "Πως θα τα μάθει;" τον καθησύχαζα. "Η φωτογράφος είναι μητέρα σου και ο δεύτερος αυτόπτης δεν μιλά, ζει λίγα χρόνια και αγνοεί τους τρόπους εξαπατούν οι άνθρωποι". Κι ενώ ούτε εγώ ούτε ο διακριτικός Honore μιλήσαμε ποτέ, μια μέρα ο μικρός, στις πρώτες τάξεις του λυκείου, μου αποκάλυψε πως απ'την πρώτη στιγμή γνώριζε τι είχε συμβεί, κι ας πανηγύρισε τάχα ανύποπτος την επιτυχία του. "Αυτά τα πρόσωπα χωρίς συμπαράσταση καταρρέουν", μου είπε με ώριμη τρυφερότητα. "Με το ρόλο του ανόητου γιού στερέωσα, όσο μπορούσα, την εικόνα του υπεύθυνου πατέρα" "
 ___________________________________________________________

Ακούστε το podcast της εκπομπής Booktalks@Amagi radio, του Σαββάτου 4/10/14, όπου στο δεύτερο μέρος ήταν καλεσμένος ο Κώστας Μαυρουδής με τον οποίο συζητήσαμε για την ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΤΩΝ ΣΚΥΛΩΝ , το περιοδικό ΔΕΝΤΡΟ και άλλα. Καλή ακρόαση.


BOOKTALKS@Amagi radio-εκπο

"Ο ήρωας της τελευταίας ώρας"


Όσοι έτυχε να δούν και να γνωρίζουν το παρελθόν κάποιων φιλήσυχων, καλών υπαλλήλων, με επίζηλες θέσεις, παροχές και δημόσιο λόγο, μπορεί, αν δεν έχουν πείρα ζωής και λογοτεχνική ανθρωπογνωσία, να αιφνιδιαστούν απ' τη σημερινή τους ρητορική. Να εκπλαγούν από την "αγανάκτηση ", την παρεμβατική τους φλυαρία, ασκήσεις στην ουσία ενός αστείου αντικομφορμισμού. Ευνοημένοι χθες του κομματισμού, σχολιάζουν σήμερα, σαν κεραυνόπληκτοι από την κρίση, την ευθύνη της πολιτικής τάξης. Μιλούν για τον χθεσινό προστατευτικό πατερούλη σαν ψυχαναλυμένες κόρες που θα φωτίσουν την τραυματική, τάχα, σχέση με σύντομες δημόσιες συνεδρίες.
Καμιά έκπληξη. Εκείνοι που δεν είναι ερασιτέχνες στα γράμματα ξέρουν πως η λογοτεχνία και το σινεμά βρίθουν από ανάλογες αναφορές. Όλες οι εποχές τις τροφοδότησαν με αξιομνημόνευτο υλικό. Από την τελευταία εκείνη σκηνή στον "Κονφορμίστα" του Μπερτολούτσι, me τον ξεδιάντροπο καθεστωτικό που μετά την αλλαγή αρχίζει να κατηγορεί περαστικούς για συνεργασία, μέχρι το σύντομο απόσπασμα που ανθολογώ. Ο καιροσκόπος. Αιώνιος. Παρών και διαθέσιμος στην αλλαγή των εποχών, στην άκρη πάντα του συγγραφικού τραπεζιού, όσο το μελάνι, το χαρτί και η πένα. Να πώς φτάνει μια ακόμα εκδοχή του στα σημερινά μας διαβάσματα. Κούρτσιο Μαλαπάρτε, μέσα της δεκαετίας του '40. Γι' αυτό, να τηρήσουμε τις αναλογίες της εποχής και της σημασίας της.
"..Ένα πρωί περάσαμε το ποτάμι και καταλάβαμε τη Φλωρεντία. Από τους υπονόμους, τα υπόγεια, τις σοφίτες, από τις ντουλάπες , κάτω απ' τα κρεβάτια από ρωγμές των τοίχων, άρχισαν να βγαίνουν σαν τα ποντίκια οι "Ήρωες της τελευταίας ώρας", οι τύραννοι της επόμενης μέρας..... Διασχίσαμε την πόλη σιωπηλοί, με τα μάτια κάτω, σαν παρείσακτοι που χαλάνε την ατμόσφαιρα, υπό τα περιφρονητικά βλέμματα των κλόουν της ελευθερίας, που ήταν καλυμμένοι με κονκάρδες, περιβραχιόνια, γαλόνια, φτερά στρουθοκαμήλου και με πρόσωπο βαμμένο τρίχρωμο..."

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2014

"Οι ήρωες της τελευταίας ώρας"

Όσοι έτυχε να δούν και να γνωρίζουν το παρελθόν κάποιων φιλήσυχων προσώπων, με επίζηλες θέσεις, παροχές και δημόσιο λόγο, μπορεί, αν δεν έχουν πείρα ζωής και ανθρωπογνωσία, να αιφνιδιαστούν απ' τη σημερινή τους ρητορική.  Από την "αγανάκτησή " τους, τη ρυθμική τους, τον αντικομφορμισμό, που τους κάνει να δείχνουν σαν επιδειξίες, με βιασύνη, τη νέα τους άποψη. Ευνοημένοι χθες με τις θέσεις τους, σχολιάζουν σήμερα, σαν κεραυνόπληκτοι την κρίση, την ευθύνη της πολιτικής. Μιλούν για τον χθεσινό  πατερούλη τους σαν ψυχαναλυμένες κόρες που φωτίζουν την τραυματική, τάχα, σχέση με δημόσιες συνεδρίες.

Καμιά έκπληξη. Εκείνοι που δεν είναι ερασιτέχνες στα γράμματα ξέρουν πως η λογοτεχνία και το σινεμά βρίθουν από ανάλογες περιπτώσεις. Όλες οι εποχές μάς τροφοδότησαν μ' αυτές. Από την τελευταία εκείνη σκηνή στον "Κονφορμίστα" του Μπερτολούτσι, με τον ξεδιάντροπο καθεστωτικό που μετά την αλλαγή κατηγορεί κάποιον ως ...φασίστα, μέχρι το σύντομο απόσπασμα που ανθολογώ. Ο καιροσκόπος. Αιώνιος. Παρών στην αλλαγή των εποχών. Να πώς φτάνει μια ακόμα εκδοχή του στα σημερινά μας διαβάσματα. Κούρτσιο Μαλαπάρτε. Μέσα της δεκαετίας του '40, γι' αυτό, να τηρήσουμε τις αναλογίες της εποχής και της σημασίας της.

"..Ένα πρωί περάσαμε το ποτάμι και καταλάβαμε τη Φλωρεντία. Από τους υπονόμους, τα υπόγεια, τις σοφίτες, από τις ντουλάπες , κάτω απ' τα κρεβάτια από ρωγμές των τοίχων, άρχισαν να βγαίνουν σαν τα ποντίκια οι "Ήρωες της τελευταίας ώρας", οι τύραννοι της επόμενης μέρας..... Διασχίσαμε την πόλη σιωπηλοί, με τα μάτια κάτω, σαν παρείσακτοι που χαλάνε την ατμόσφαιρα, υπό τα περιφρονητικά βλέμματα των κλόουν της ελευθερίας, που ήταν καλυμμένοι με κονκάρδες, περιβραχιόνια, γαλόνια, φτερά στρουθοκαμήλου και με πρόσωπο βαμμένο τρίχρωμο..."

Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2014

H αθανασία των σκύλων

Μη χάσετε τη σημερινή εκπομπή Booktalks, 2-4μ.μ. (όπως κάθε Σάββατο), στο Amagi radio.
Σήμερα είναι καλεσμένος μας (την δεύτερη ώρα της εκπομπής), ο συγγραφέας και εκδότης Costas Mavroudis ,με τον οποίο θα συνομιλήσουμε για την εξαιρετική συλλογή διηγημάτων του, "Η ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΤΩΝ ΣΚΥΛΩΝ", το περιοδικό "Δέντρο" και για πολλά άλλα.
Την πρώτη ώρα της εκπομπής ακούμε μουσική, διαβάζουμε ποίηση και πεζογραφία απ'όλο τον κόσμο, καθώς και το ένθετο της εκπομπής "Στη φωλιά του (βιβλιο)κούκου".
Κληρώνονται 2 αντίτυπα της "Αθανασίας των σκύλων". Συμμετέχετε στην κλήρωση, κάνοντας like στην αντίστοιχη ανάρτηση στο group της εκπομπής Booktalks at Amagi radio ή στέλνοντας mail στο amagiradio@gmail.com
Καλή ακρόαση

Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2014

Χθες στον Ασπρόπυργο


Μια ιδιοτυπία του ύφους στην "Αθανασία των σκύλων", είπε ο καθηγητής ιστορίας Γ. Κόκκινος, έγκειται στο εξής: στην επίγνωση της υπεροχής της λογοτεχνικής φαντασίας έναντι της ιστορικής ακριβολογίας, παράλληλα όμως και στον εμποτισμό της λογοτεχνικής φαντασίας με την «αμεσότητα» και την «αυθεντικότητα» της προσωπικής μαρτυρίας. Στοιχείο που παραπέμπει στο ρόλο του συγγραφέα ως μάρτυρα, δηλαδή ως καταγραφέα και νοηματοδότη κυρίως των δικών του βιωμάτων –πρωτογενών ή έμμεσων και δευτερογενών-, αλλά, παράλληλα, και ως άτυπου αρχειοθέτη της εποχής του.
Μιλήσαμε για ώρα με μια ομάδα από αναγνώστριες που ζουν στον Ασπρόπυργο. Συναντηθήκαμε στη βιβλιοθήκη που δημιούργησε και διευθύνει η κ. Φούφα. Είπαμε για το πώς αυτό το βιβλίο δεν το αποτελούν ζωοφιλικά αφηγήματα, αλλά ο σκύλος είναι ένα πρόσχημα για να γίνει αφήγημα η προσωπική μνήμη. "Γιατί η εμμονή στη μνήμη σε όλα τα βιβλία σας;", ήταν ένα ερώτημα. "Γιατί, γράφοντας στερεώνουμε κάτι χαμένο, το αναπλάθουμε με όρους δικούς μας", είπε ο παρευρισκόμενος Τάσος Γουδέλης και "γιατί προσπαθούμε μάταια να κλείσουμε λογαριασμούς με το χρόνο".
"Διότι η 'Αθανασία' του τίτλου δεν αφορά τόσο τα ζώα όσο την ανάγκη για αθανασία του δικού μας παρελθόντος" είπα, για να τονίσω κι εγώ τον προσχηματικό χαρακτήρα του τίτλου. "Πώς πρωτοακούσατε για το βιβλίο;" ρώτησα μια κυρία. "Το είδα τυχαία στο βιβλιοπωλείο", είπε. Συμπτωματικά εκείνη την εποχή ο σκύλος μιας φίλης μου ήταν ετοιμοθάνατος. Αγόρασα ένα αντίτυπο για εκείνη κι ένα για μένα. Στην πορεία κατάλαβα πως δεν έχει σχέση με αυτό που νόμιζα. Εν πάση περιπτώσει, λίγες μέρες μετά την αγορά η κατάσταση του σκύλου της βελτιώθηκε και το ζώο επέζησε". Διηγήθηκα, για να ευθυμήσουμε, τη γνωστή ιστορία, όταν το υπουργείο Γεωργίας κάποτε είχε αγοράσει 4000 αντίτυπα από το βιβλίο του Στάινμπεκ "Άνθρωποι και ποντίκια" και το έστειλε σε υπηρεσίες του σ' τη χώρα!
Μου έκανε εντύπωση η προσοχή σε ορισμένες λεπτομέρειες που είχαν δείξει. Αφορούσαν χαρακτήρες, επεισόδια, φράσεις. Είπαμε πολλά και για αρκετή ώρα. Η βιβλιοθήκη έπρεπε να κλείσει. Τέλειωσα με ένα κείμενο από το προσεχές βιβλίο μου που είχα φέρει στον υπολογιστή, για να δείξω τη σχετικότητα στην ανάγνωση:
"Το βιβλίο που διαβάζεις είναι δικό μου. Αλλά όταν αρχίζεις να το διαβάζεις άσχημα τότε είναι δικό σου". Είναι του Μαρτιάλη, εντυπωσιακά εύστροφου ισπανού ποιητή και επιγραμματοποιού (40-100 μ.Χ). Σύγχρονος, κοντά μας, σαν το ρωμαικό πνεύμα και την τεχνική. Αυτή είναι μια μοντέρνα, σημερινή, στάση με κέντρο το κείμενο κι όχι την πρόθεση του ποιητή. Το νόημα φτιάχνεται από την αναγνωστική αντίληψη. Το κείμενο, για να το πούμε με δικά μας λόγια, είναι μαγικό κουτί. Βάζουν ένα μαντήλι και ανοίγοντάς το εμφανίζονται δέκα. Μόνο που ταχυδακτυλουργός εδώ δεν είναι ο ποιητής, αλλά ο αναγνώστης.

Μου αρέσει!Μου αρέσει! · ·

Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2014

ΠEMΠTH, 25.9.2014

Υπάρχει μια ομάδα αναγνωστών στον Ασπρόπυργο. Ονομάζεται "Φίλοι λέσχης ανάγνωσης βιβλιοθήκης Ασπροπύργου". Εκδήλωσαν απ' το καλοκαίρι την επιθυμία για μια συνάντηση, με σκοπό να μιλήσουμε για την "Αθανασία των σκύλων" που ορισμένοι είχαν διαβάσει.
Απ' τον Ιούλιο το μεταφέραμε τελικά την προσεχή Πέμπτη, 25 Σεπτεμβρίου. Στις 5.30, λοιπόν, στον τρίτο όροφο του Πνευματικού Κέντρου της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Ασπροπύργου, θα βρεθούμε, ο καθηγητής ιστορίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου Γιώργος Κόκκινος, ο πεζογράφος Τάσος Γουδέλης και εγώ, με τους αναγνώστες του συλλόγου. Η κουβέντα φαντάζομαι δεν θα αφορά στενά την "Αθανασία", αλλά γενικότερα τη λογοτεχνία, τη σχέση μας με το κείμενο, το βλέμμα, τη φαντασία και το ταλέντο του αναγνώστη.
Αν λοιπόν κανείς, μεθαύριο, εκείνη την ώρα βρίσκεται κοντά, θα ήταν ωραίο και ενδεχομένως χρήσιμο για μας, να έρθει στη Δημοτική Βιβλιοθήκη.

Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2014

1936-2014

Μια σειρά από παιδικά βιβλία που είχα (και υπάρχουν ακόμα στην βιβλιοθήκη της Τήνου), οι "Ελβετοί Ροβινσώνες", "Οι μεγάλοι εξερευνητές" και πολλά άλλα ήταν δώρα εκείνου. Μας συνέδεε μια σύμπτωση: οι πατέρες μας κατάγονταν απ' τον Πύργο της Σάμου και η μητέρες μας απ' τον Πύργο της Τήνου. Οι πρώτες μου αναγνώσεις ήταν βιβλία που είχε διαβάσει εκείνος παιδί και αργότερα, φοιτητής πια, μου τα χάρισε. Τον συναντούσα τα καλοκαίρια της δεκαετίας του '50 στην Τήνο. "Τί δουλειά θα κάνεις;" τον ρώτησα κάποτε. "Αρχαιολόγος", μου είχε πει. "Μα είναι δουλειά χωρίς μέλλον, κάποτε θα βρεθεί ο παλιός κόσμος..." "Δεν θα συμβεί ποτέ αυτό", με βεβαίωσε γελώντας. Του θύμισα τον αρχαίο διάλογό μας (βράδυ καλοκαιριού, λίγο πριν με βάλουν με το ζόρι σε ένα κουρείο), όταν πριν από δυο χρόνια συναντηθήκαμε στην οδό Ακαδημίας. "Αν σήμερα σου έλεγα το ίδιο", του είπα, τι θα απαντούσες;" "Ό,τι και τότε", μουρμούρισε, με ένα κουρασμένο αυτή τη φορά χαμόγελο.
Το 1957 στην ταράτσα του σπιτιού του, στου Γκύζη, με τη γύρω περιοχή γυμνή, τα Τουρκοβούνια άκτιστα και την Αθήνα με θαυμαστή ανθρώπινη κλίμακα να μας χαρίζει την εικόνα του Φαλήρου, μου είπε: "Τι θέλεις να σου δείξω;" Χωρίς αναφορές στην πόλη, θυμάμαι ότι το παιδί από την επαρχία τού ζήτησε να δει το ξενοδοχείο που έμενε !! "Βικτώρια", γωνία Πατησίων και Πανεπιστημίου, Χαυτεία.
Το 1990, στην Τήνο πάλι, κατεβαίνοντας αργά μια νύχτα από το πατρικό μου σπίτι, είδα φωτισμένο το υπόγειο του αρχαιολογικού μουσείου. Τι πολύτιμη περιέργεια, σχεδόν παρακαταθήκη, γιατί τι άλλο είμαστε, πώς αλλιώς ζωγραφίζεται η εικόνα μας, αν όχι από τον έρωτα και τη σχέση της δημιουργικής δουλειάς; Τον είδα πάνω από ένα μεγάλο τραπέζι μόνο (ενώ η παραλία και ο Ιούλιος έσφιζαν), να συναρμολογεί μέλη και συντριμμένα οστάρια ενός σκελετού. "Από έναν τάφο", μου είπε, δείχνοντας πως θέλει να συνεχίσει απερίσπαστος.
Ξέρω πως υπάρχει κάπου μια φωτογραφία των πατέρων μας, με μακριά χλαίνη στο μέτωπο του '40. Έχω επίσης μια φωτογραφία της δασκάλας μητέρας του στον Πύργο της Τήνου όπου, στο μονοτάξιο σχολείο, ποζαρει όλη η τάξη με τον καθημαγμένο Χαλεπά που τους έχει επισκεφθεί. Γιώργος Δεσπίνης (1936-2014). Κορυφαίος μελετητής της αρχαίας γλυπτικής και ομότιμος καθηγητής στο παν/μιο της Θεσ/νίκης. Με δικές του ταυτίσεις και αναγνωρίσεις επέστρεψαν έργα από μουσεία του εξωτερικού. Εγκατέλειψε νωρίς την έδρα του στο πανεπιστήμιο. Ήταν απόμακρος. Τον έβλεπα να βγαίνει από το γερμανικό ινστιτούτο της Φειδίου καμιά φορά. Κάποτε μιλούσαμε, κάποτε τον άφηνα στην εμφανή του εσωστρέφεια. Στην τελευταία μας, τυχαία, συνάντηση μου έλεγε πόσο ελάχιστες είναι μελέτες και δημοσιεύσεις που αφορούν ανασκαφές. Αυτη η συμβατική συζήτηση ήταν οι τίτλοι τέλους για την ισχνή αλλά τόσο παλια μας σχέση. Ξέρω πως υπάρχει κάπου στο σπίτι, θα ψάξω και θα το βρώ, το σημαντικότερο έργο του, για τον σπουδαίο πάριο γλύπτη Αγοράκριτο (Β' μισό 5ου αιώνα).

Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2014

Η λίστα

"Δέκα τίτλους;" Η πρόταση να καταρτίσω κατάλογο με οδηγεί σε γνωστή φράση από την "Υπερηφάνεια και προκατάληψη": "Είμαι βέβαιος ότι ποτέ δεν διαβάζουμε τα ίδια, ή τουλάχιστον με τα ίδια αισθήματα".
Να το επικαιροποιήσω: Αποκλείεται να παρακολουθήσαμε την ίδια ταινία χθες βράδυ με τον διπλανό μου (Tsakiris+ μπύρα Α), με το μπροστινό ζευγάρι (τσίτος+μπύρα) και με την εξ αριστερών φιλόλογο (Ρεντμπουλ+ ποπκορν), που έκλεινε ιδιαίτερο : ("Πείτε μου λίγο τη διεύθυνση...Από την Τσαλδάρη πόσα στενά;.....Έξι, Παρασκευή...Το κουδούνι τι όνομα γράφει;").
"Δέκα τίτλους;" Tα CD που ακούμε, τα φιλμ που βλέπουμε, τα βιβλία που διαβάζουμε, έχουν κυκλοφορήσει σε ένα, μοναδικό αντίτυπο.

Νuremberga


Παλιό, τενεκεδένιο κουτί. Διαστάσεις: 42cm επί 35, με 15cm ύψος. Φτιαγμένο από την εταιρεία E. Otto Schmidt (Lebkuchenfabrik) της Νυρεμβέργης. Κάποτε περιείχε το παραδοσιακό Χριστουγεννιάτικο Λεμπκούχεν. Πολύτιμο δώρο από το Μόναχο.


"Η αθανασία των σκύλων", ένας μονόλογος στο "Varelaki"

Πρώτο κίνητρο για να γραφεί αυτό το βιβλίο ήταν, μπορώ να πω, η πυκνή παρουσία των σκύλων  δίπλα μας. Κάποτε είδα πόσο συχνά αποτυπώνονται σε φωτογραφίες όλων των εποχών, διάσημους ή μη πίνακες ζωγραφικής (απείρως περισσότερους απ' όσους νομίζουμε), αλλά ανακάλεσα και τους σκύλους της δικής μου ζωής. Μια παρουσία, λοιπόν, εντοπίσημη σ' όλους τους χρόνους,  που παρακολουθεί σιωπηλά την ανθρώπινη περιπέτεια. Στο εισαγωγικό κείμενο ήδη, υπάρχουν πολλές αναφορές από παρατηρήσεις μου. Από την πρώτη καταγραφή του σκύλου στα πειραματικά φιλμ των Λιμιέρ, μέχρι τους πίνακες από την άφιξη του Όθωνα στην Ελλάδα. Από το φιλμ με την είσοδο του στρατού μας στη Θεσσαλονίκη (1912) μέχρι κηδείες μοναρχών τον 19ο αιώνα. Όμως η πυκνότερη παρουσία του βρίσκεται στην εικαστική ιστορία. Αποσπώ: «Απόλυτα ψύχραιμο στις «Meninas» του Βελάσκεθ, το ισπανικό Μαστίφ που κλωτσά η μικρή πριγκίπισσα κατέχει το πρώτο πλάνο του πίνακα, όπως ο μεγάλος κόκκινος σκύλος που μυρίζει το χώμα στο «Αrearea» του Γκωγκέν. Ακόμα και το λευκό πόιντερ που παρακολουθεί την τελετή μπροστά στον ανοιχτό τάφο (Γκιστάβ Κουρμπέ, «Κηδεία στην Ορνάν») είναι ένα απ' αυτά τα μοναχικά δαιμόνια. Ο υπαινιγμός της απόλυτης αμεριμνησίας που δείχνει η μη σκεπτόμενη φύση για τα ανθρώπινα».



 Είναι ιστορίες που επιχειρώ να γράψω όσο πιο οικονομικά γίνεται, άλλοτε ως πρωτοπρόσωπος αφηγητής, άλλοτε ως γυναίκα, άλλοτε ως κάποιος τρίτος. Όπως τα πρόσωπα, αλλάζουν οι τόποι, οι εποχές, οι πρωταγωνιστές . Θα έλεγα ότι υπάρχει ένα βλέμμα που αφορά περισσότερο το παρελθόν, ένα βλέμμα κατάνυξης για τους ανθρώπους που εμφανίστηκαν, έζησαν, ονειρεύτηκαν, και πέρασαν. Να μην ξεχνάμε πως το παρελθόν είναι το ιερό της λογοτεχνίας, η περιοχή της λατρείας της. Έτσι, έρωτες, πάθη, ανεκπλήρωτες επιθυμίες, υπάρχουν  σε ένα φόντο που συχνά φωτίζει το λυκόφως του χρόνου, ενώ  εμπλέκεται πάντα η ιστορία και η μοίρα ενός ζώου.



Πιθανό ερώτημα είναι τι σημαίνει ο τίτλος. Ο κύριος ενός υπερήλικα και άρρωστου σκύλου λέει σε κάποιον ότι ναι  μεν ο πιστός του σύντροφος υποφέρει, αλλά συγχρόνως είναι μακάριος αγνοώντας το τέλος του. «Πεθαίνουμε», εξηγεί στον συνομιλητή του, «μόνον όταν το γνωρίζουμε. Ο σκύλος μου είναι σαν το δάσος που αγνοεί το πριονιστήριο.  Σε λίγο πρόκειται να υποβάλω σε ευθανασία μια ανύποπτη, δηλαδή μιαν αθάνατη ύπαρξη».  Η συνάντηση, ο διάλογος και η ιδέα της αθανασίας δίνει τον τίτλο στο βιβλίο.


Υπάρχει, πρέπει να πω, η αίσθηση της εικόνας έντονη, μια αίσθηση περίπου κινηματογραφική,  μια εικαστική οπτική στα αφηγήματα. Δεν ήξερα πού με οδηγούσε η διαδρομή κάθε ιστορίας. Άλλες βρέθηκαν να έχουν ποιητική έξοδο, με μια λυρική διαχείριση της γλώσσας (προέρχομαι άλλωστε απ' την ποίηση), άλλες είχαν το δραματικό στοιχείο που συχνά έβρισκα να συνορεύει με την κωμωδία των ηθών και το ευτράπελο της ζωής. Εν πάση περιπτώσει, οι σκύλοι είναι ένα σκηνικό στοιχείο στις 70 ιστορίες, συχνά συνδέονται στενά με τα πρόσωπα, άλλοτε είναι περαστικές παρουσίες εκεί όπου παίζεται η ανθρώπινη περιπέτεια και η ποικιλία των επεισοδίων της. Όλες οι αφηγήσεις, εξάλλου, συνδέονται με κάτι κοινό. Είναι μέρη ενός κομματιού ζωής, που βγαίνει στην επιφάνεια όπως η ποίηση, σαν κατανυκτική αποκάλυψη.



                                                         
                                      



Στις πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις  υπάρχει προσωπική εμπλοκή του συγγραφέα. Όμως είναι όλα μεταπλασμένα βιώματα, μεταμορφώσεις τόπων και προσώπων που θα μπορούσαν να υπάρχουν. Ποια είναι η αλήθεια της γραπτής ιστορίας τελικά; Αυτό που λέει στο μότο του βιβλίου ο μεγάλος ψευδολόγος Βαρώνος Μυνχάουζεν. «Αλήθεια είναι ό,τι αφηγούμαστε καλά». 


Να προσθέσω κάτι που νιώθω γι' αυτό το βιβλίο. Ότι δεν έχει τελειώσει. Όχι ότι δεν έχουν ολοκληρωθεί οι αφηγήσεις του, αλλά υπάρχει ένα παρελθόν που καθώς ο αφηγητής και ο συγγραφέας συχνά ταυτίζονται, με προκαλεί να το ψάξω, να το εκμεταλλευτώ επί πλέον. Για παράδειγμα στην σελίδα 91 υπάρχει μια ιστορία όπου ο πατέρας του αφηγητή με τον γιο του βρίσκονται, Σαββατόβραδο ενός παλιού αλλά απροσδιόριστου χρόνου, σε ένα μεγάλο καφενείο.  Τόπος είναι η κωμόπολη όπου ζουν. Η αίθουσα είναι κατάμεστη. Ο πατέρας μόλις διάβασε στην Εστία μια παράδοξη ιστορία, όπου κάποιος φτωχός ισπανός συνταξιούχος ανακάλυψε  πετρέλαιο να αναβλύζει από τον κήπο του: [...] «θυμάμαι με λεπτομέρειες το βροχερό σαββατόβραδο. Τις συντροφιές, περισσότερο με επιτραπέζια παρά με καφέ και γλυκίσματα, τους γαλάζιους καπνούς των τσιγάρων, τη μεταλλική μηχανή στο ταμείο -με το κουδουνάκι που αντηχούσε για ώρα μετά το χτύπημα-, ακόμα και την πιο εντυπωσιακή καλλονή της πόλης που μπήκε με κίνηση σταρ, με τα βαμμένα χείλη και τον κόκκινο μπερέ της να γέρνει δεξιά: το καφενείο «Ανεμώνη», μήτρα χιλιάδων άλλων που θα γνώριζα μετά από χρόνια, κατεσπαρμένα παντού, όπως οι άπειροι απόγονοι ενός βιβλικού πατριάρχη. Πόσες ώρες -με ποιους, σε ποια πόλη;-, τι συζητήσεις, εχθροπραξίες, ρεμβασμοί, ψάχνοντας κάτι που δεν θα εμφανιζόταν ποτέ. Στίχοι, ασήμαντες σημειώσεις, συναντήσεις κι απροσδόκητες γνωριμίες απ' το διπλανό κάθισμα, όταν πια ο προστατευτικός ομοτράπεζος της πρώτης αίθουσας δεν υπήρχε. Ο σερβιτόρος πλησίασε και σκύβοντας του μίλησε με σεβασμό, υπόχρεος για το πάντοτε υπολογίσιμο φιλοδώρημα. Η πετσέτα απ' το μπράτσο του μου χάιδεψε ανάλαφρα τα μαλλιά: «Θα σας φέρω και το Εμπρός, κύριε τμηματάρχα. Αποκλείεται να φύγετε. Βρέχει δυνατά». 

Υπάρχει η μνεία του παλιού επαρχιακού καφενείου, «πρόλογος» όλων των καφενείων που ο αφηγητής γνώρισε αργότερα. Ξέρω πως  κάθε αφήγηση για αρκετούς λόγους, όχι τους ίδιους πάντα, έχει παραλείψει στοιχεία που θα ήταν οφειλόμενη αναφορά στην ακρίβεια. Παραλείπουμε, άλλοτε γιατί το κάτι επιπλέον βαραίνει, γίνεται περιττό, άλλοτε γιατί θέλουμε να τονίσουμε μια μονάχα, συγκεκριμένη, πλευρά. Το ότι ο αφηγητής ήταν ο συγγραφέας σε παιδική ηλικία, μπορεί να εξηγεί γιατί αργότερα θέλει να προσθέσει στο κείμενο το προσωπικό στοιχείο που παρέλειψε. Μετά από καιρό πρόσθεσα αυτό το κομμάτι:«Δίπλα μας, πολύ συχνά, καθόταν κάποιος καπνιστής που του άρεσε να επιδεικνύει πόσο δεξιοτεχνικά έφτιαχνε δαχτυλίδια με τον καπνό του. Με αυτόν το ρόλο τον θυμάμαι. Δεν ξέρω- και καλύτερα,- ποιος ήταν, τι έκανε, τι υπήρξε. Αυτό για το οποίο δεν αμφιβάλλω είναι ότι ήταν φιλοπαίγμων και μόνος. Κάπνιζε από ένα κόκκινο πλακέ κουτί. Θα μπορούσα να πω ότι κάπνιζε αποκλειστικά για να επιδεικνύει τα δαχτυλίδια του καπνού, σε διάφορα μεγέθη και σχήματα, τέλειους κύκλους  (μπορούσε να τους εγκαταστήσει σαν φωτοστέφανα πάνω από ένα κεφάλι), ή ελαφρά παραμορφωμένους κατά πλάτος και ύψος, που συχνά κατόρθωνε να τους ενώσει σε αλυσίδα. Τα χείλη του έπαιρναν σχήματα που το καθένα  έφτιαχνε διαφορετικό κύκλο και το βλέμμα του, μολονότι κάθε εκπνοή ήταν  θρίαμβος, έμενε ηθελημένα αδιάφορο, σαν να εκτελούσε εύκολες εφαρμογές. Και βέβαια, ενώ αιφνιδίαζε και γοήτευε κυρίως τα παιδιά, απευθυνόταν με άκρα σοβαρότητα σε όλους. Έχω την εντύπωση πως μπορούσε να μιλά μέσω του καπνού ακόμα και για την επικαιρότητα ή τα σοβαρά γεγονότα της. Στις 19 Φεβρουαρίου του 1956 έγιναν βουλευτικές εκλογές. Η νεοσύστατη ΕΡΕ του  Κωνσταντίνου Καραμανλή κέρδισε περισσότερες έδρες, με  αριθμό ψήφων, όμως, μικρότερο από εκείνον των αντιπάλων της! Την επόμενη κιόλας μέρα,ο δεξιοτέχνης των δαχτυλιδιών, στο καφενείο, εμφάνισε με τρείς διαφορετικές κινήσεις των χειλιών του έναν σαρδόνιο υπαινιγμό για το μειοψηφικό ποσοστό.  Πάνω απ' τα κεφάλια μας έστειλε δυο μικρούς κύκλους που τους χώριζε μια κυρτή γραμμή (%). Κάτι ακόμα πιο δύσκολο  έγινε το απόγευμα της 22ας Νοεμβρίου (πάλι του 1956). Από το διπλανό τραπέζι, πλάι στη μεσαία από τις τρεις εισόδους, με την ίδια δεξιοτεχνία και ταχύτητα, έφτιαξε πέντε ανισοϋψείς  συνάλληλους κύκλους. Η σύνθεση ανέβαινε αργά και εγκαταστάθηκε, ακίνητη και σταθερή, σε μικρό ύψος. Ορισμένοι σταμάτησαν τα επιτραπέζια για να τη δούν. Ο ειρηνοδίκης έμεινε με το άλογο να αιωρείται στο χέρι του. Ο ίδιος ο ιδιοκτήτης, με  ανοικτή την μεταλλική ταμειακή, κοίταζε το περίτεχνο σχήμα, έμβλημα των Ολυμπιακών αγώνων. Ώσπου να το διαλύσει το ελαφρό ρεύμα από την πόρτα που άνοιξε, η βραχύβια τέχνη μάς είχε ανακοινώσει ότι στη Μελβούρνη άρχιζαν οι 16οι Ολυμπιακοί αγώνες» 

Το παλιό κείμενο, ενωμένο όπως το διαβάσαμε με το νέο, συνέχειά του, είναι μέρος απ' το καινούργιο μου βιβλίο που έχει τον προσωρινό τίτλο 
Η χαμένη πόλη
. Μοιάζει πολύ με τη Στενογραφία του 2006, αλλά εδώ υπάρχουν και κάπως πιο θερμά κείμενα, προσωπικά γεγονότα, αφηγήσεις, κρίσεις από αναγνώσεις, αναπόφευκτη ποιητική ματιά στο παρωχημένο, και όχι μόνο  εκείνη η θεωρητική και ηθολογική ματιά στον κόσμο και στη λογοτεχνία της Στενογραφίας. Και πάλι σύντομα κείμενα παρακολουθούν άλλα εκτεταμένα, απόψεις με αφοριστική απολυτότητα και συντομία γειτονεύουν με αφηγήσεις αυτοβιογραφικές. Υπάρχουν πάλι εκείνες οι αυτοσαρκαστικές ιστορίες με τον εστέτ. Στο παλιό ήταν οι «έντεκα θέσεις για τον εστέτ», εδώ είναι οι «Είκοσι θέσεις για τον εστέτ» Ένα δείγμα, ίσως πρώιμα, για τους αναγνώστες μας: 
 

 Να ένας συγγραφέας πρότυπο, είπε ο εστέτ. Μόλις είχε διαβάσει για τον βίο και τα έργα του πεζογράφου Ζιλ Ρενάρ που γνωρίζοντας εξαντλητικά τους συμπατριώτες του μυθιστοριογράφους (Φλωμπέρ, Σταντάλ, κλπ) είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η μόνη δυνατή εξέλιξη της πεζογραφίας είναι η σύμπτυξη, ο πουαντιλισμός, η οικονομία, και αμέσως έγραψε σε ένα ημερολόγιο με χίλιες εκατό σελίδες ότι «τα λογοτεχνικά έργα που γράφονται σήμερα είναι υπερβολικά εκτενή». Πολύ πριν απ' τον Ντίλαν Τόμας («μην πας ευπρεπής στο θάνατο, οργή, οργή για το φως που φεύγει»), εκείνος είχε γράψει κάτι σχεδόν σιαμαίο:  «το μόνο που αισθάνομαι για τον θάνατο είναι ένα είδος θυμού». Κυρίως όμως τον εστέτ έθελξε ένα πνεύμα ειρωνείας και αφ' υψηλού βλέμματος στον κόσμο, καθώς ο γάλλος συγγραφέας, ζώντας σε μια μικρή επαρχιακή πόλη καταλάβαινε πως κανείς από τους χωρικούς δεν συμπαθούσε την ύπαιθρο, δεν ασχολούνταν μαζί της, ούτε την πρόσεχε ποτέ. Και το 1904,  εκλεγμένος  δήμαρχος πια, αιφνιδίασε τον εκλεκτό, σύγχρονο και μελλοντικό, αναγνώστη, υπογραμμίζοντας τη συγγένεια αίματος ανάμεσα στο πνευματικό και την παρακμή: «Ως δήμαρχος είμαι υπεύθυνος για τη συντήρηση των επαρχιακών δρόμων. Ως ποιητής θα προτιμούσα να τους βλέπω παραμελημένους».