Από τη Δράμα και την εικόνα της (τι κρίμα) πήγαμε με τον Τάσο μια ενδιαφέρουσα ημερήσια εκδρομή στην πόλη Goce Delchev και στο γνωστό χιονοδρομικό κέντρο Bansko, άδειο αυτή την εποχή. Αρκετά χιλιόμετρα, βροχή, ομίχλη, αλλά χαίρεσαι με την ωραία ορεινή φύση, τα ποτάμια και κυρίως τους καλοσχεδιασμένους οικισμούς. Ένα δημοτικός υπάλληλος μου είπε σε πολύ καλά ελληνικά: «''Μαζέψτε τα'' και ελάτε. Με σύνταξη τετρακοσίων ευρώ εδώ ζεις σαν βασιλιάς». Με πληροφόρησε ότι πολλοί Βρετανοί και Έλληνες του ΟΓΑ εκμεταλλεύονται τη διαφορά του νομίσματος και έχουν εγκατασταθεί στον φτηνό νότο της χώρας!
Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2012
Αγγελίες
ΑΒΓ
«Όταν καταπολεμάς τον αναλφαβητισμό υπάρχει η ελπίδα όλοι οι άνθρωποι κάποτε να μετασχουν δημιουργικά στα πνευματικά αγαθά, οι διακρίσεις να εκλείψουν, ο κόσμος να συνομιλήσει ισότιμα και να καλλιεργήσει τις αρετές του». Από τον Έρασμο μέχρι τον πρωτοβάθμιο δάσκαλο όλοι είχαν λόγο για την πλατεια καλλιεργεια ; Μόνον εκείνος ο δηλητηριώδης Φλομπέρ έγραφε ότι «Το όνειρο της δημοκρατίας είναι να ανεβάσει το προλεταριάτο στο ίδιο επίπεδο βλακείας με τους αστούς». Επί τέλους, το παλιό όραμα των διαφωτιστών, πανομοιότυπο στην παγκόσμια εφαρμογή και εικόνα του, μπορούμε να το φωτογραφίσουμε με τον τρόπο που βλέπουμε σε οποιαδήποτε γωνιά του πλανήτη.
Καθ'οδόν
Υπάρχει ένα πρόγραμμα στις ψηφιακές, όπου μπορείς να φωτογραφίσεις αντικείμενο εν κινήσει ή ενώ εσύ κινείσαι. Απ' τη θέση του συνοδηγού λοιπόν, κατάφερα, παρά την ταχύτητά μας, να μην τον φωτογραφίσω κουνημένο. Καθ' οδόν πρός το Μπάνσκο, χθές το μεσημέρι. Από τη Βίβλο μέχρι την ψηφιακή εποχή ο ίδιος, σύμβολο συγκινητικής καρτερίας και προσφοράς, αλλά κυρίως αναγωγή στην παιδική ηλικία, όπου κατοικούσε (εικονικός ή πραγματικός), πάντοτε φιλικός σαν παραμύθι.
Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2012
Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2012
Ο εθνικός κανόνας των διορισμών
Από την εφημερίδα Το Έθνος
Η Νύχτα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843. Πίνακας άγνωστου ζωγράφου. Συλλογή Λ. Ευταξία. |
Τον Σεπτέμβριο του 1843 εκδηλώθηκε στην Αθήνα το γνωστό κίνημα κατά του Οθωνα. Ενα από τα κύρια αιτήματά του ήταν η κατάληψη των δημοσίων θέσεων αποκλειστικά από Ελληνες. Ξέρουμε έκτοτε τη σχέση της απασχόλησης με τον δημόσιο τομέα. Το θέμα είναι εξαντλημένο, υπήρξε όμως μια αφορμή για να το ανασύρω. Βρήκα, έπειτα από πολλά χρόνια μια γαλλική εκδοτική σειρά που είχε αφιερώσει έναν τόμο στη χώρα μας. Συμμετέχοντας τότε, θέλησα να δείξω, σε αναγνώστες που πιθανόν θεωρούσαν την Ελλάδα μια μεγαλειώδη σκηνογραφία ερειπίων, πόσο ανήμποροι υπήρξαμε να δώσουμε σ' αυτήν τη ρομαντική εικόνα οργανωμένη μνήμη και πνευματική φυσιογνωμία.
Σε εκείνο το αφιέρωμα, λοιπόν, έχοντας μόλις διαβάσει ένα κλασικό βιβλίο της γραμματείας μας, κατέγραψα μια μοναδική επίδοση. Το 1822 ο νεαρός που πρωταγωνιστεί στη νουβέλα του Δημητρίου Βικέλα «Λουκής Λάρας» (Α' έκδοση 1879) ταξίδεψε με τον πατέρα του από τη Χίο (μέσω Τήνου, Πειραιώς και Σπετσών) στο Αργος, «όπου ήδρευε η κυβέρνησις».
Είχε στα χέρια του μιαν επιστολή από τον Μυκονιάτη προύχοντα Μαυρογένη, απευθυνόμενη στον αρχιγραμματέα Εξωτερικών Υποθέσεων Θεόδωρο Νέγρη. Θα του ζητούσε θέση γραφέως. Ο Λουκής φτάνει στο Αργος. «Κατόρθωσα επί τέλους να εισαχθώ εις το δωμάτιον του μινίστρου και είδα αντικρύ μου άνθρωπον μικρόν και δυσειδή, ηπόρησα και εδίστασα να πιστεύσω ότι αυτός ήτο ο Αρχιγραμματεύς της Επικρατείας. [...] Πρότεινα την χείρα και έδωκα την επιστολήν. Αφού την ανέγνωσε, με ηρώτησε τι παρ' αυτού επιθυμώ. Εξέφρασα την επιθυμίαν να λάβω γραφικήν υπηρεσίαν». Το αίτημα γίνεται αμέσως δεκτό. «Καλά, είπεν, καλά. Θα σε τοποθετήσω καταλλήλως. Περίμενε να πάρωμεν το Ναύπλιον και έλα να με ίδης».
Ο Λουκής, με τον φόβο του Δράμαλη που κατεβαίνει στην Πελοπόννησο, δεν μένει στο Αργος. Ούτε επιστρέφει ποτέ για να καταλάβει τη θέση. Αυτό το ξεχασμένο χρονικό εκτός από τα πάθη της εποχής καταγράφει την απαρχή ενός εθνικού κανόνα: τον τρόπο εισδοχής στις δημόσιες υπηρεσίες. Οι σελίδες του, ανύποπτες, έχουν αποτυπώσει το πρώτο ρουσφέτι. Το εκπληκτικό είναι ότι πρόκειται για πράξη πρωθύστερη. Πραγματοποιείται όχι μόνον πριν το Ναύπλιο γίνει πρωτεύουσα, αλλά πριν καν απελευθερωθεί!
Κώστας Μαυρουδής
Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2012
Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2012
ΑΡΧΕΙΑ
Είπα, σήμερα το πρωί να βάλω σε τάξη ένα μικρό μέρος αρχείων και αλληλογραφίας (προσωπικής και του ΔΕΝΤΡΟΥ). Μολονότι το εγχείρημα αφορούσε μια σύντομη περίοδο, από το 1979 έως το 1982, κι απ΄αυτήν ασχολήθηκα μόνο με ένα ελάχιστο κομμάτι, το πράγμα δεν προχώρησε. Ίσα που μπόρεσα να δω, χωρίς να αρχειοθετήσω, φακέλλους, κάρτες και κείμενα.
Πιο κρίσιμο σημείο ήταν φυσικά οι απόντες, αλληλογράφοι απ' τους οποίους το κείμενο κρατά και μεταδίδει την αναπνοή και τη στιγμιαία κινητικότητα της γραφής. Ακόμα, φίλοι που τα πράγματα μας απομάκρυναν και μάς χώρισαν δια παντός. Εξομολογητικοί αλληλογράφοι απ΄το εξωτερικό, απ΄την επαρχία, απ' τη διπλανή γειτονιά, μεταφραστές, νέοι συγγραφείς, που διασταυρωθήκαμε κι αργότερα οι πορείες μας απέκλιναν, κι άλλοι, πολύ λιγότεροι αυτοί, με τους οποίους μέχρι σήμερα μας συνδέουν θερμά αισθήματα και κοινά ενδιαφέροντα. Μια τεράστια χοάνη όπου μουρμουρίζει κυρίως η νεαρή ηλικία, αισιόδοξη, ανώριμη, αγνοώντας το μέλλον και τον εαυτό της.
Δύο ώρες χωρίς καμιά εργασία για την κατάταξη. Το μακρινό πλήθος των συνομιλητών, στενοί συνεργάτες, άγνωστοι αλληλογράφοι. Είμαι ο πιο ακατάλληλος να αρχειοθετήσω το καταγραμμένο μου παρελθόν.
Άφιξη
Νωρίς, ένα καλοκαιρινό απόγευμα, κάτω απ' τον φως της Αδριατικής, εισπλέαμε στο λιμάνι της Ανκόνα. Με την αργή κίνηση του πλοίου που έφθασε πλέον και οδηγείται από το σκάφος του πιλότου, περάσαμε αργά, σε ελάχιστη απόσταση από το ιταλ
ικό αεροπλανοφόρο "Giuseppe Garibaldi", ελλιμενισμένο καθέτως προς την κίνησή μας. Στην πρύμνη, λίγο μπροστά απ' τη σημαία που η άπνοια μετέβαλλε σε σκυθρωπό ύφασμα, ακινητούσε το μεγάλο στρατιωτικό ελικόπτερο, στη σκιά του οποίου, εκτός υπηρεσίας, μια ομάδα ναυτών συζητούσε εύθυμα. Με την αντίληψή μας, που είναι βέβαιο πως οξύνεται σε κάθε μετακίνηση, είδα το βλέμμα τους καθώς υψώθηκε φευγαλέα προς το διερχόμενο σκάφος και εντοπίστηκε στους επιβάτες του καταστρώματος. Βιαστικό και αδιάφορο, διέφερε μιαν άβυσσο από τα βλέμματα εκείνα των παλιών φωτογραφιών που, όποτε κι αν τα δεις, στέκονται επίμονα πάνω σου -απ' την απέναντι πλέον όχθη- με το σιωπηλό αίτημα της αδύνατης επιστροφής.
Κ.ΜΑΥΡΟΥΔΗΣ: «Οι κουρτίνες του Γκαριμπάλντι», Νεφέλη, 2000
ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΕΣΣΕΡΙΣ
Ο Γιώργος καταβροχθίζει καραμέλες, η Χριστίνα περιμένει τυφλωμένη από τον ήλιο. Το πρόσωπο στο κέντρο είναι πιθανόν πιο υποψιασμένο για το φευγαλέο της στιγμής και του χρόνου που θα αποτυπωθεί. Ιούλιος στη Φλωρεντία. Και επειδή ό,τι κι αν πούμε, ως στίχος γίνεται εγκυρότερο και οπωσδήποτε μνημειακό, ας αντιμετωπίσω την εικόνα (Πιάτσα ντελα Σινιορία) και την αναδίφηση στο 1994 με την καβαφική μεμψιμοιρία: «[...] πώς πέρασαν οι ώρες, πώς πέρασαν τα χρόνια»
Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2012
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)