[...] Ο Μαυρουδής, κινούμενος ανάμεσα στη μικροκλίμακα της μεταφοράς και στη μεγακλίμακα της συγκριτολογικής μελέτης γράφει μικρά δοκίμια με έντονο το συγκριτολογικό στοιχείο, που σπάνια ξεπερνάνε τις δυο σελίδες. Αυτό απαιτεί μια ειδική συνειρμική ικανότητα που δεν την διαθέτουν όλοι. Τη θαυμάσαμε στα προηγούμενα βιβλία του, τη θαυμάσαμε και τώρα.
Η σύλληψη στα κείμενα αυτά έχει κάτι από το αυθόρμητο και το εμπνευσμένο ενός ποιήματος, και γι’ αυτό διαθέτουν και την αντίστοιχη λογοτεχνικότητα («φορούσε εφημερίδες για το κρύο -τυλιγμένος με γεγονότα, άρθρα, κριτικές ταινιών» σελ. 51). Όμως ο Μαυρουδής κινείται και προγραμματικά. Έχοντας επιλέξει το θέμα, τα σκυλιά, με τα οποία έχει μια αγαπητική σχέση, αφήνει τις κεραίες του ανοικτές να συλλάβουν κάθε τι που μπορεί να έχει σχέση με αυτά. Ακόμη και όταν δεν έχει, τη δημιουργεί ο ίδιος. Έτσι βλέπουμε από κείμενα όπου κάποιο σκυλί καταλαμβάνει όλο τον «πίνακα» (για να χρησιμοποιήσουμε μια μεταφορά, μια και μιλάγαμε για μεταφορές) μέχρι κείμενα όπου το σκυλί καταλαμβάνει απλώς μια γωνία στο βάθος.
Και επειδή η αναλογία φτάνει μέχρι εδώ, καθώς η σύλληψη ενός πίνακα είναι gestalt, ολιστική, ενώ ενός αφηγήματος γραμμική, το σκυλί, όταν είναι δευτεραγωνιστής, καταλαμβάνει ελάχιστες θέσεις μέσα στην αφήγηση, και μάλιστα σε ένα από τα αφηγήματα μόλις στο τέλος, κυριολεκτικά, σαν τελευταία λέξη, σε μια χρήση μεταφορική. Βρίσκεται στο 65ο αφήγημα, στο οποίο ο Μαυρουδής εξιστορεί, ανάμεσα στα άλλα, και την ιστορία του Αγίου Ιερώνυμου και του λιονταριού (εμείς στο σχολείο μάθαμε την ιστορία με τον Ανδροκλή), που του έβγαλε ένα αγκάθι, και από τότε έγινε πιστός του σύντροφος. «[...] Το εύρωστο λιοντάρι με την πλούσια χαίτη είναι ήδη σκύλος», καταλήγει ο Μαυρουδής. Στο 14ο αφήγημα ο σκύλος βρίσκεται στην τρίτη θέση πριν το τέλος [...] Στο 16ο αφήγημα, πάλι σαν μεταφορά, στην 6η θέση πριν το τέλος, και στο 56ο αφήγημα οι σκύλοι είναι πήλινοι (αρχαιοκαπηλία).
Ναι, ο σκύλος είναι το θεματικό πρόσχημα για διάφορες ιστορίες που θα ήταν αδύνατον να ενοποιηθούν διαφορετικά. Στο 4ο αφήγημα ο Μαυρουδής μιλάει για ένα χωρισμό (να δείτε την ταινία του Ασγάρ Φαραντί), στον οποίο το δάγκωμα ενός σκύλου αποτέλεσε την πρόφαση της γυναίκας να αφήσει τον άντρα. Ο δυστυχισμένος δεν μπόρεσε να το κατανοήσει.
Ο Μαυρουδής τις ιστορίες του τις αγρεύει από την Ιστορία, από τη λογοτεχνία, από τη ζωγραφική, από κινηματογραφικές ταινίες, από παραμύθια, αλλά και από σκηνές που συναντάει στην καθημερινή του ζωή. Περπατώντας ξημερώματα στην Ομόνοια πέφτει πάνω σε δυο σκηνές, ταυτόχρονες και σε εγγύτητα. «Ένα βρώμικο λυκόσκυλο μύριζε επίμονα το έδαφος…» είναι η μια σκηνή. «Λίγα μέτρα μακριά του, ένας θεατρικός σκηνοθέτης μόλις είχε προμηθευτεί εφημερίδα και διάβαζε με το κεφάλι βαθιά στο δισέλιδο» είναι η άλλη. Μόνο ο συγγραφέας θα μπορούσε να βρει αναλογίες ανάμεσα σε αυτές τις ολότελα, και όχι μόνο φαινομενικά, άσχετες σκηνές.
[…]
Απόσπασμα μια πολύ ενδιαφέρουσας κριτικής, του συγκριτολόγου Χ.Δερμιτζάκη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Λέξημα"