Φαίνεται
πως κάποιο έργο του Arno Rink θα γίνει εξώφυλλο της σλοβενικής
έκδόσεως. Μιλώ για την "Αθανασία των σκύλων". Θα αποδοθεί ως "Οι
αθάνατοι σκύλοι", και θα περιέχει 7 επι πλέον κείμενα που δεν έχουν
περιληφθεί στην δική μας έκδοση. Εν τω μεταξύ, ανεβάζοντας παλιότερα
στον τοίχο μου αποσπάσματα από διάφορες κριτικές για το βιβλίο, αδίκησα
το εξαιρετικό για την ακρίβεια και την ποιότητα των παρατηρήσεων
κείμενο της κ. Άννας Κουστινούδη, από τη Θεσσαλονίκη. Τίτλος του: "Άνθρωποι, σκύλοι, αντικείμενα προς θέασιν στο θέαμα του κόσμου". Αποσπώ.
[...] Στις εβδομήντα αυτές σύντομες, άκρως υπαινικτικές, ιστορίες η
αφηγηματική και νοηματική κορύφωση συμπίπτουν, σχεδόν πάντα, με την
εκάστοτε κατακλείδα τους. Τα κείμενα χαρακτηρίζει πυκνότητα νοήματος,
οικονομία λόγου εν είδει εκφραστικής τελειομανίας, με κυρίαρχα στοιχεία
αυτά της αφαίρεσης και τη λακωνικότητας, καθώς και πληθώρα
διακειμενικών αναφορών απ’ όλο το φάσμα των τεχνών και της
Ιστοριογραφίας.
Μέσα από τις αφηγήσεις της συλλογής παρελαύνουν, προσχηματικά στις πλείστες των περιπτώσεων, φιγούρες σκύλων (ως ζώσες παρουσίες, αλλά και ως εικαστικά αντικείμενα) που «τριγυρίζουν με σιωπηλή σοβαρότητα» και σε πλήρη άγνοια – σε αντίθεση με το ανθρώπινο υποκείμενο – του εφήμερου και του μάταιου της ύπαρξής τους. Πρωτίστως, ωστόσο, πρόκειται για μια (ανα)στοχαστική καταβύθιση στους τόπους της ες αεί μετατοπιζόμενης επιθυμίας, της βιωμένης μνήμης (της), της απουσίας «όσων προηγήθηκαν του κενού που αφήνει το γεγονός» (σελ.39) και στο «οριστικά χαμένο» (σελ.115) που η μνήμη αποσπασματικά, και πάντα μέσα από το παραμορφωτικό της πρίσμα σηματοδοτεί, ανακαλώντας τη νοσταλγία τους, όπως επίσης και την αίσθηση ματαιότητας (και ματαίωσης) που υποφώσκει στον πυρήνα τους.
Ταυτόχρονα, όμως, γίνεται άμεσα αντιληπτή η ιδιαίτερη σημαντική που όλα αυτά κατέχουν για τους αφηγητές τους, οι οποίοι συχνά διαθλώνται σε μια σειρά ποικίλων αφηγηματικών φωνών, χρόνων και τόπων, ή άλλως: η μνήμη ως «παράσταση φιλοτεχνημένη από ασάφειες, ατέλειες και άπειρα λάθη» ως «μία εικόνα [που] δεν εκπονείται…[ως] εικασία του εαυτού της, μία σπουδή του κενού» ένα «μηχάνημα που όσο κι αν το χτυπάς δε ρίχνει το προϊόν ούτε επιστρέφει τα ρέστα» (σελ. 115). «Τι είναι η αναπόληση; Tι σημαίνει αυτό που πέρασε; Γιατί κρύβονται, σαν παιδιά που παίζουν, τα παλιά γεγονότα;» διερωτάται η αφηγηματική φωνή του κειμένου 13.[...] Α.Κ.
Μέσα από τις αφηγήσεις της συλλογής παρελαύνουν, προσχηματικά στις πλείστες των περιπτώσεων, φιγούρες σκύλων (ως ζώσες παρουσίες, αλλά και ως εικαστικά αντικείμενα) που «τριγυρίζουν με σιωπηλή σοβαρότητα» και σε πλήρη άγνοια – σε αντίθεση με το ανθρώπινο υποκείμενο – του εφήμερου και του μάταιου της ύπαρξής τους. Πρωτίστως, ωστόσο, πρόκειται για μια (ανα)στοχαστική καταβύθιση στους τόπους της ες αεί μετατοπιζόμενης επιθυμίας, της βιωμένης μνήμης (της), της απουσίας «όσων προηγήθηκαν του κενού που αφήνει το γεγονός» (σελ.39) και στο «οριστικά χαμένο» (σελ.115) που η μνήμη αποσπασματικά, και πάντα μέσα από το παραμορφωτικό της πρίσμα σηματοδοτεί, ανακαλώντας τη νοσταλγία τους, όπως επίσης και την αίσθηση ματαιότητας (και ματαίωσης) που υποφώσκει στον πυρήνα τους.
Ταυτόχρονα, όμως, γίνεται άμεσα αντιληπτή η ιδιαίτερη σημαντική που όλα αυτά κατέχουν για τους αφηγητές τους, οι οποίοι συχνά διαθλώνται σε μια σειρά ποικίλων αφηγηματικών φωνών, χρόνων και τόπων, ή άλλως: η μνήμη ως «παράσταση φιλοτεχνημένη από ασάφειες, ατέλειες και άπειρα λάθη» ως «μία εικόνα [που] δεν εκπονείται…[ως] εικασία του εαυτού της, μία σπουδή του κενού» ένα «μηχάνημα που όσο κι αν το χτυπάς δε ρίχνει το προϊόν ούτε επιστρέφει τα ρέστα» (σελ. 115). «Τι είναι η αναπόληση; Tι σημαίνει αυτό που πέρασε; Γιατί κρύβονται, σαν παιδιά που παίζουν, τα παλιά γεγονότα;» διερωτάται η αφηγηματική φωνή του κειμένου 13.[...] Α.Κ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου