Στην
Τήνο της δεκαετίας του ’50 υπήρχε κάποιος περιθωριακός ηλικιωμένος, που
μόλις τον θυμάμαι. Για να είμαι μάλιστα ακριβής, περισσότερο απ' την
εικόνα τού ίδιου, συγκρατώ διάσπαρτα σχόλια γι' αυτόν. Πολύ συχνά
βρισκόταν ξαπλωμένος κάθετα σ’ ένα στενό, και με το μπαστούνι του σου
απαγόρευε να περάσεις. Σε άφηνε μόνο όταν ρωτούσε αν πονά η κοιλιά σου
και απαντούσες καταφατικά. Όλα τα παιδιά γνώριζαν τι έπρεπε να πουν και
το διατύπωναν μάλιστα θεατρικά, σαν άρρωστοι που υποφέρουν.
Σε κάποιον γιατρό που το ανέφερα εκ των υστέρων (μισόν αιώνα μετά,
δηλαδή), μου είπε ότι πρέπει να υπέφερε από φλεγμονώδη νόσο του εντέρου
και, ψυχικά διαταραγμένος, μάλλον ικανοποιούνταν να μοιράζεται το άλγος
του με τους άλλους.
Όπως
συμβαίνει συχνά με τη μνήμη, θυμάμαι το όνομά του και απολύτως τίποτα
απ’ την εικόνα του. Τα δύο μέρη του δεν ξαναγίνονται το ενιαίο ένα που
ήταν. Αυτή είναι η δύναμη των «καταλόγων», της μνημονικής καταγραφής που
συντηρεί την παρουσία, ερήμην του πραγματικού προσώπου. Το "ιερό
δέντρο" — η ύπαρξη—, ξεραίνεται και πεθαίνει, με ανθεκτικά τα τυπικά του
στοιχεία.
Ζώντας σε μια χώρα με τα ερείπια της αρχαίας γλυπτικής στα πόδια μας, μπορούμε να παρομοιάσουμε την αντοχή που δείχνουν τα ονόματα στο χρόνο με την εικόνα στα κενά βάθρα των ανδριάντων, όπου διαβάζουμε και ξέρουμε ποιον παριστούσαν, ενώ ο ίδιος είναι ένας επώνυμος απών.
Ζώντας σε μια χώρα με τα ερείπια της αρχαίας γλυπτικής στα πόδια μας, μπορούμε να παρομοιάσουμε την αντοχή που δείχνουν τα ονόματα στο χρόνο με την εικόνα στα κενά βάθρα των ανδριάντων, όπου διαβάζουμε και ξέρουμε ποιον παριστούσαν, ενώ ο ίδιος είναι ένας επώνυμος απών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου