Αφορμή για το παρόν σχόλιο
δεν είναι το θαυμάσιο δοκίμιο ("Ζαν Ζακ Ρουσσώ, ο φιλόσοφος της
πεφωτισμένης δημοκρατίας") του Γιώργου Σιακαντάρη που κυκλοφόρησε από
τις εκδόσεις ΠΟΛΙΣ. ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ θα ασχοληθεί διεξοδικά με το βιβλίο του
Γ.Σ. στο προσεχές τεύχος του. Άλλωστε είναι (γίνονται, θέλω να πω), όλο
και περισσότερο επίκαιρα και προκλητικά τα ερωτήματα του βιβλίου περί
πεφωτισμένης μοναρχίας και πεφωτισμένης δημοκρατίας. Υπάρχουν εποχές που
ρίχνουν επίμονα τον προβολέα τους σε ορισμένα θέματα που θεωρήσαμε
παρωχημένα. Και η δική μας ανήκει σ' αυτές.
Στο τελευταίο
τεύχος του ΔΕΝΤΡΟΥ, π.χ., στην αλληλογραφία μεταξύ Στέφαν Τσβάιχ και
Γιόζεφ Ροτ που δημοσιεύσαμε (γράμματα που οι δύο Αυστριακοί συγγραφείς
αντάλλαξαν από την εξορία το 1933), υπάρχει μια εξαιρετικού
ενδιαφέροντος παρατήρηση του Ροτ για τις μέρες και τις εμπειρίες που
βιώνουν και οι δύο, ενώ ο Ναζισμός γίνεται πια επιλογή και απάντηση
του γερμανικού λαού στα αδιέξοδα.
Είναι κρίσιμο και ενδεικτικό
να δούμε πώς ο Ροτ (ο πεζογράφος για τον οποίο ο Κούντερα λέει ότι του
οφείλει τα πάντα), όχι αυστηρός αστός όπως ο Τσβάιχ, γράφει στο φίλο του
απελπισμένος. Απέναντι στην αθλιότητα του Γκέρινγκ ανατρέχει και
ανακαλεί τη σταθερότητα της μοναρχίας, τους Αψβούργους ως πλατφόρμα
πολιτισμού και ασφάλειας. « [...] 'Εφτασε η ώρα να νοσταλγήσουμε τους
Αψβούργους. Δεν θα κουραστώ να το λέω».
Στο θέμα.
Ο
Γιώργος Σιακαντάρης, στοχαστής με διαυγή και γοητευτική σκέψη, αλλά προ
πάντων φορέας αξιών (αυτό μας ενδιαφέρει εξίσου, στις μέρες μας ίσως και
περισσότερο), δεν έχει σταματήσει εδώ και χρόνια να μιλά για το
χαρακτήρα της νεοελληνικής ταυτότητας και να φωτίζει πειστικά τα αίτια
της τρέχουσας παθογένειας. Πρόσωπο του αυτόχθονος διαφωτισμού, δεν
διστάζω να πω ότι κατά κανόνα εκτροχιάζει τα τρέχοντα από τις γραμμές
των μικρών κλιμάκων και μας παρασύρει γόνιμα ακόμα και σε θέματα
κορεσμένα από τη συζήτηση.
Αρχίζει πάλι την πολύτιμη συνεργασία
του με ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ. Διαβάσαμε σήμερα το πρωί το νεοαφιχθέν σχόλιό του.
Αφορά την εγχώρια β ί α, κρίσιμη και ανεξέλεγκτη συνθήκη των ημερών μας
με πολλές, δυστυχώς (αυτό δεν κρύβεται) ταυτότητες και πηγές. Αλλά δεν
κοιτάζει μόνο την πολιτική βία, που ορισμένες ιδέες και ερμηνείες για
τον κόσμο είναι ταυτισμένες μαζί της, σαν το πουκάμισο με το σώμα του
Νέσσου. Η βία, μας λέει, «υπάρχει στην καθημερινή ζωή, γιατί είμαστε μια
κοινωνία που δεν πέρασε από το στάδιο του εξωτερικού καταναγκασμού (που
ασκείται από το κράτος για την αποτροπή της διαπροσωπικής βίας), στο
στάδιο του εσωτερικού καταναγκασμού, στάδιο που σημασιοδοτείται από το
κίνημα του Διαφωτισμού. Η δική μας βία αποτελεί όχι οικονομικό, αλλά
κυρίως πολιτισμικό έλλειμμα».
Προηγούνται και έπονται αρκετά
στο κείμενο του Σιακαντάρη. Το βλέμμα του όμως αναδεικνύει τη διαφορά
και τη συγγένεια με άλλους σχολιαστές του ΔΕΝΤΡΟΥ, πριν από καιρό.
Εκείνοι ανέδειξαν, ή διακωμώδησαν, τη βία ηθογραφικά. Συχνά την ακίνδυνη
για μεγάλα τραύματα πλευρά της: την αργή τοξίνωσή μας σ' αυτήν απ'
τον αθηναικό δρόμο, τη νεοελληνική συμπεριφορά, την κακότροπη "Καλημέρα"
(ή τη δηλητηριώδη σιωπή του περαστικού), την έλλειψη ανοχής του
διπλανού μας, που συχνά είναι σαν να μην θέλουμε να υπάρχει. Τη
σχολίασαν στις σελίδες μας ως φαινόμενο τρόπων, ψυχογραφώντας και
καταγράφοντας τις κινήσεις και το καταθλιπτικό κλίμα της ζωής μας. Ο
Σιακαντάρης ερμηνεύει.
Τα περισσότερα στο επόμενο τεύχος μας.
1 σχόλιο:
Τον παρακολουθώ εδώ και καιρό τον Σιακ. Στα Νέα κυρίως. Από το f.b. εξαφανίστηκε.
+++ Σερ.
Δημοσίευση σχολίου