Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2009

Ρομπέρ Μπρεσόν : Σημειώσεις για το σινεμά

_

Ηθοποιοί. Όσο περισσότερο πλησιάζουν την οθόνη με την εκφραστικότητά τους, τόσο απομακρύνονται. Τα σπίτια, τα δέντρα πλησιάζουν. Οι ηθοποιοί απομακρύνονται.

Πάντα να ελέγχεις την ακρίβεια. Να είσαι εσύ ο ίδιος ένα όργανο ακρί­βειας.

Η επιτυχής σύνδεση των εικόνων τις φορτίζει με συναίσθημα.

Το σινεμά είναι γραφή με κινούμενες εικόνες και ήχους.

Το σινεμά δεν προσφέρεται τόσο στο να καθοδηγείς κάποιον, όσο στο να καθοδηγείς εσύ τον εαυτό σου.

Η αλήθεια τού σινεμά δεν μπορεί να είναι η αλήθεια τού θεάτρου, ούτε η αλήθεια τού μυθιστορήματος, ούτε η αλήθεια τής ζωγραφικής.

Όταν ένα βιολί αρκεί, δεν πρέπει να χρησιμοποιήσεις δύο.

Ούτε διανοητικός μηχανισμός ούτε εγκεφαλικός. Απλώς μηχανισμός.

Ο Σεζάν έλεγε: «Με κάθε πινελιά ρισκάρω η ζωή μου».

Εξασκήστε την ικανότητα του να βρίσκετε χωρίς να ψάχνετε.

Φέρε στην επιφάνεια αυτό που χωρίς εσένα δεν θα είχε πιθανώς φανεί ποτέ.

Δεν υπάρχει απόλυτη αξία σε μια εικόνα. Οι εικόνες και οι ήχοι νοηματοδοτούνται μόνο με τη χρήση για την οποία εσύ τις προορίζεις.

Μην κυνηγάς την ποίηση. Διεισδύει μόνη της μέσα από τις αφαιρέσεις.

Τα συναισθήματα οδηγούν στα γεγονότα. Όχι το αντίθετο.

Ούτε σκηνοθέτης ούτε δημιουργός. Ξέχνα ότι κάνεις φιλμ.

Αυτός που μπορεί με τα λίγα μπορεί και με τα πολλά.
Αυτός που μπορεί με τα πολλά δεν μπορεί απαραίτητα και με τα λίγα.

Σινεμά, τέχνη στρατιωτική. Να προετοιμάζεις το φιλμ όπως μια μάχη.

Να συλλαμβάνεις τις στιγμές. Αυθορμητισμός, φρεσκάδα.

Τίποτα περιττό, τίποτα ελλειπές.

Μία μόνο λέξη, μία μόνο χειρονομία τοποθετημένη λάθος, καταστρέφει όλα τα υπόλοιπα.

Για τον ηθοποιό, η κάμερα είναι το μάτι τού κοινού.

Μη δείχνεις όλες τις όψεις των πραγμάτων.

Οι θόρυβοι πρέπει να γίνονται μουσική.

Ένα σύνολο όμορφων εικόνων μπορεί να είναι απεχθές.

Αποκαλούμε ωραίο ένα φιλμ, όταν προσφέρει υψηλές ιδέες για το σινεμά.
Παραγωγή συναισθήματος που προκύπτει από την αντίσταση στο συναίσθημα.

Όχι μουσική συνοδευτική, υποστηρικτική ή ενισχυτική. Όχι μουσική, γενικώς.

Να βεβαιώνεσαι ότι έχεις συλλάβει όλα όσα μεταδίδουν η ακινησία και η σιωπή.

Μια πολυχρησιμοποιημένη εικόνα (κλισέ) δεν θα φανεί ποτέ σωστή, ακόμα κι αν είναι.

Κινηματογράφος: Καινούργιος τρόπος γραφής, άρα τρόπος να νιώθεις.

Ένα παλιό πράγμα γίνεται αμέσως νέο, αν το αποκόψεις από όλα όσα κατά κανόνα, το περιστοιχίζουν.

Δώστε στα αντικείμενα τη διάθεση τού να θέλουν να βρίσκονται εκεί.

Το κοινό δεν ξέρει τι θέλει. Επίβαλέ του τις επιθυμίες σου, τις ανάγκες σου.

Κινηματογράφος: Όπως η τονικότητα στη μουσική.



Απόδοση: ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ


Ρομπέρ Μπρεσόν (1901-1909): Γάλλος σκηνοθέτης, ένας από τους πραγματικά μεγάλους μαέστρους τού κινηματογράφου, γνωστός για το πνευματικό, ασκητικό του στιλ. H δουλειά του, ποτισμένη από ένα θρησκευτικό προβληματισμό, αναζήτησε εξ αρχής, με απλή και μοντέρνα κινηματογραφική γραφή, την υπερβατική ικανότητα και την πνευματική διάσταση του κινηματογράφου. Μέσω του έργου του καθόρισε, ήδη από τη δεκαετία τού ’40, τα σύνορα της νεωτερικότητας του κινηματογράφου και επαναπροσδιόρισε με ηθικούς και αισθητικούς όρους τη «γλώσσα» του.

Ο Βασίλης Γουδέλης (Αθήνα, 1980) σπούδασε στο ιστορικό τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών.


Οι αφορισμοί αυτοί προέρχονται από το προσεχές τεύχος του ΔΕΝΤΡΟΥ (173-174) που θα κυκλοφορήσει τον Ιανουάριο του 2010


Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2009

Αμφίδρομες διασταυρώσεις χώρου και χρόνου

Από την εφημερίδα Αυγή, στήλη Αναγνώσεις, 5-12-2009


Κείμενα μιας δεκαετίας, 1985-1995, περιλαμβάνονται στο βιβλίο του Κώστα Μαυρουδή Η ζωή με εχθρούς, δημοσιευμένα τα περισσότερα, στο διάστημα αυτό, στις σελίδες «Φύλλα» του περιοδικού Το Δέντρο, εκδότης και διευθυντής του οποίου είναι ο Μαυρουδής. Πρώτη έκδοση του βιβλίου το 1998. Στην παρούσα έκδοση, όπως αναφέρεται στην κατατοπιστική εισαγωγή, τα κείμενα ξαναδουλεύτηκαν λιγότερο ή περισσότερο, καθώς κάθε κείμενο έχει το δικαίωμα να υφίσταται και αυτό «τη φυσική του ωρίμανση» και καθώς, όπως αναφέρει ο συγγραφέας, η γραπτή σελίδα «δεν είναι παρά η δοκιμή ενός επιδεχόμενου πολλές αναθεωρήσεις κειμένου». Δύο φορές μάλιστα προσθέτει κι ένα συμπληρωματικό υστερόγραφο που, κάτω από το αρχικό κείμενο, αναψηλαφεί την παλιά άποψη. Για τα κείμενα που δημοσιεύτηκαν στα «Φύλλα» την ίδια δεκαετία, αλλά δεν συμπεριλήφθηκαν στη Ζωή με εχθρούς, ο συγγραφέας δίνει την εξήγηση ότι δεν έκρινε σημαντικά τα θέματα που πραγματεύονται, για να εμφανιστούν τώρα στον τόμο. Ύστερα από όλα τα παραπάνω στοιχεία, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η πληροφορία που δίνεται πάλι στην εισαγωγή, ότι υπάρχει ένα τμήμα, από τις σελίδες 215 και μετά, που εμφανίζεται για πρώτη φορά σε αυτή την έκδοση. Πώς υποστηρίζουν τα κείμενα αυτά το αρχικό σώμα; Με την πρώτη ματιά διακρίνει ο αναγνώστης τη χρονολογική συνέχεια, μετά το 1995, ως το 2008. Οι άλλες παράμετροι θα αναφερθούν πιο κάτω.
Ο Κ. Μαυρουδής προσδιορίζει την έννοια της λέξης «εχθρός» ως «άβολη ή αντίπαλη συγκυρία». Ο συγγραφέας συνθέτει, μέσα από την πολυπρισματική εικόνα που παρουσιάζει, την –σύμφωνα με την οπτική του– πολυπρισματική εικόνα της πραγματικότητας. Αλλά και τη δική του προσωπική πραγματικότητα, με τους «εχθρούς» που δεν ανέχεται. Αντανάκλαση της προσωπικής εικόνας η γενική.
Χρησιμοποιώντας τους δικούς του όρους, κράτησα την ιδιότητά μου ως αναγνώστριας της λογοτεχνίας και αναζήτησα την υφολογική γοητεία της γραφής (σ. 261). Ήταν παρούσα στο κείμενο. Επιπλέον, με την ιδιότητα της φιλολόγου με έμφαση στη μελέτη της γλώσσας, πρόσεξα την ποιότητα των επιχειρημάτων και αν και πόσο αβίαστα καταλήγουν στο συμπέρασμα. Τη στήριξη στη λογική ή και την αναφορά στο συναίσθημα. Την ευαίσθητη ισορροπία ανάμεσα στην αντίθετη άποψη και την επίθεση στο ήθος του «αντιπάλου». Την επίκληση της αυθεντίας. Και κατέληξα ότι, παράλληλα με τη γοητεία του λόγου, έχουμε ένα κείμενο εξαιρετικά δομημένο, με παρούσες πολλές και ποικίλες «αυθεντίες»-αναφορές σε κείμενα και σε συγγραφείς, που πάντα όμως έχουν έναν οργανικό ρόλο να εξυπηρετήσουν. Η κριτική σε απόψεις και στάσεις γίνεται με τρόπο που προσπαθεί να ανοίξει συζήτηση για θεωρητικά θέματα σκέψης και λογοτεχνίας. Θα ονόμαζα τα κείμενα αυτά σύγχρονα δοκίμια ποιητικής υφής, όπου ο αναφορικός λόγος και η λογική οργάνωση συνδυάζονται εξαιρετικά με τη συνειρμική αλληλουχία και τη συγκινησιακή έκφραση.
Ορισμένοι από τους «εχθρούς» που μπορεί να εντοπίσει στα κείμενα ο δέκτης τους, είναι: Το ασήμαντο, ακαλαίσθητο, «ευτελές», «εξαρθρωμένο» περιβάλλον, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει σε επίπεδο καθημερινότητας και παιδείας. Ο τύπος απέναντι στην ουσία. Τα φαινόμενα και η αλήθεια πίσω από αυτά. Η πόζα αντίθετα στη χαμηλόφωνη αξία. Η ηθική στο χώρο της λογοτεχνίας, οι ηθελημένες αποσιωπήσεις, ο διακαής πόθος για προβολή. Το γλωσσικό, οι εμμονές σε τύπους, η ατελής έκφραση των σκέψεων. Ο χρόνος που περνά και σβήνει τα χνάρια των περασμένων.
Ο Μαυρουδής αναμετράται έντονα με το χρόνο(1). Προσπαθεί να κρατήσει τα χνάρια από το πέρασμά του καταγράφοντας στιγμές. Και τον πολιορκεί, οριζόντια και κάθετα. Κάθετα, με συνεχείς αναφορές σε άλλους χρόνους και σε κείμενα άλλων εποχών και με συγκρίσεις∙ οριζόντια, με την επικουρία κειμένων από Ελλάδα και άλλες χώρες και ταυτόχρονα με συμβάντα τοπικά και αλλού, σαν τη σύνθεση ενός παζλ. Ήδη, κάποια από τα στίγματα που καταγράφει ο συγγραφέας έχουν γίνει παρελθόν ή αλλάζουν εν μέρει. Για παράδειγμα, οι κίτρινοι φάκελοι της Kodak, με τις τυπωμένες φωτογραφίες των διακοπών (σ. 139, «Επιστροφή»). Σήμερα, η εικόνα αυτή έχει αντικατασταθεί από τις ηλεκτρονικές φωτογραφίες που αποθηκεύονται στον υπολογιστή. Εντούτοις, καθόλου δεν χάνει την αξία της η παρατήρηση για τις φωτογραφίες που λειτουργούν ως «εμπράγματη απόδειξη από τόπους και ημέρες της σχόλης». Καθώς επίσης η φράση του Γάλλου στοχαστή που παρατίθεται, ότι «Η φωτογραφία δεν αναπαράγει ό,τι συνέβη. Απλώς βεβαιώνει ότι υπήρξε».
Το δεύτερο μέρος έρχεται σαν ορμητικό crescendo να συμπληρώσει το πρώτο και να κλείσει το βιβλίο. Αναφέρθηκα στην αρχή στο ότι συμπληρώνει το αρχικό σώμα χρονολογικά. Επιπλέον, απόψεις και γεγονότα αναψηλαφούνται μέσα στο χρόνο, ιστορικές αλλαγές σημειώνονται με τις μεταβολές που προκαλούν σε φυσιογνωμίες ανθρώπων και πόλεων. «Ο γραπτός τόπος είναι ακατάβλητος τόπος», ο συγγραφέας καταλήγει αποφθεγματικά. Η γραφή διασώζει μνήμες και γεγονότα, πριν χαθούν ή μεταβληθούν. Και η κορύφωση: το τελευταίο κείμενο, όπου με τρόπο δωρικό, έμμεσο και κομψό χαρτογραφείται η προσωπικότητα του συγγραφέα και εμφανίζεται σε πλήρη προβολή η οπτική του.
Δεν έχει νόημα να ψάχνει ο αναγνώστης σε κάθε κείμενο για «εχθρούς». Είναι καταπληκτική η άνεση του Μαυρουδή να σεργιανάει στο χώρο και στο χρόνο, οριζόντια και κάθετα, τουτέστιν σε κείμενα παλιότερα και τωρινά, σε συμβάντα αλλοτινά και σύγχρονα, σε τόπους άλλους και σε αυτόν εδώ∙ και να επιλέγει ένα γεγονός, ένα στιγμιότυπο πολλές φορές παραμικρό, όπως για παράδειγμα οι εξαιρετικές πινελιές στο «Καθώς έφευγε το τραίνο», σ. 157) και να το καταγράφει με το δικό του ιδιαίτερο ύφος, με τον τρόπο του να πείθει για την ομορφιά του περιγραφομένου ή για την αλήθεια του. Δεν έχει σημασία αν συμφωνείς ή διαφωνείς. Σημασία έχει το κείμενο και οι καταγραφές-ψηφίδες μιας ιδιαίτερης πραγματικότητας, που ενέχει την αξία μιας ιστορικής καταγραφής σε μικροκλίμακα, σε επίπεδο καθημερινότητας αλλά και σε επίπεδο ιδεών και σκέψεων, σε σύγχρονο ιστορικό πλαίσιο με παλαιότερες διασταυρώσεις, με κέντρο την ελληνική πραγματικότητα και ακτινωτές αμφίδρομες αναφορές στην αντίστοιχη ευρωπαϊκή, ή, αντίστροφα, με έμφαση σε κάποιο θέμα ευρωπαϊκό και αρμούς στην εδώ κατάσταση. Η πραγματικότητα επιλεκτική, όπως ειπώθηκε, υποκειμενική κατ’ ανάγκη, αλλά εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και ανακαλυπτική, οπότε και αποκαλυπτική. Φυσικά από την οπτική ενός υποκειμένου με πολύ υψηλά αισθητικά πρότυπα, κάτι που τονίζει την ιδιαιτερότητα αυτής της καταγραφής. Ο Μαυρουδής συλλέγει «αντικείμενα», είτε αυτά είναι μικροπράγματα της καθημερινής ζωής είτε σκέψεις άλλων είτε αποσπάσματα κειμένων∙ είτε είναι σκηνές από παλιές ταινίες, εικόνες από πόλεις, σκηνές ζωής. Αυτές είναι οι ψηφίδες του. Αν και δεν γίνεται συνειδητά, πιστεύω ότι η προσέγγισή του συνάδει με μια τάση(2) ενός αυξανόμενου αριθμού κοινωνικών επιστημόνων να καταθέτουν την προσωπική τους μαρτυρία ως επιστημονικό τεκμήριο, οπότε η προσωπική ιστορία γίνεται αποδεκτή ως αφετηρία για ευρύτερη ιστορική καταγραφή.
Αν θα πρόσθετα κάποιο κείμενο στα υπάρχοντα του βιβλίου, θα ήταν το «Ένας αδύνατος διάλογος», ανάρτηση από τον συγγραφέα στην ιστοσελίδα του στις 30 Μαΐου 2009 (δημοσιεύεται στο Δέντρο, τ. 171-172, φθινόπωρο 2009), και γιατί συμπληρώνει την εικόνα του ευτελούς περιβάλλοντος σε αντίστιξη με την αισθητική, και γιατί, στο σημείο της ενδομουσειακής εκπαίδευσης, μπορεί να είναι από τα θέματα που εξελίσσονται θετικά στην ελληνική πραγματικότητα.
Προτείνω το βιβλίο να διαβαστεί οπωσδήποτε παράλληλα με την εκπομπή του «Παρασκηνίου» Με το βλέμμα στο παρωχημένο, για τον Κώστα Μαυρουδή, που έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του (εξαιρετικός τίτλος, εξαιρετική η δουλειά του Ηλία Δημητρίου, αλλά και η παρουσία και οι εμφάσεις του Μαυρουδή, όντως με το βλέμμα στο παρωχημένο, πατώντας στο παρόν). Οπτικοποιείται με θαυμαστό τρόπο η αγάπη του μικρού και «ασήμαντου», το σεργιάνι στους τόπους και στους χρόνους – στον παρελθόντα και στον παρόντα. Καταγράφεται σαφέστερα, σε συνδυασμό με τα κείμενα των Εχθρών, αυτό που προανέφερα, δηλαδή ένα τμήμα της προσωπικής ιστορίας-αυτοβιογραφίας του συγγραφέα, ταυτόχρονα με τη γενικότερη ιστορία, σε σχέση μέρους και όλου αλλά και σχέση αλληλεπίδρασης των δύο.

ΚΟΥΛΑ ΑΔΑΛΟΓΛΟΥ


Η Κούλα Αδαλόγλου είναι φιλόλογος και συγγραφέας

(1) Για τον ιστορικό χρόνο στο βιβλίο αυτό του Κ. Μαυρουδή βλ. Γ. Κόκκινου, Ιστορικός χρόνος και καθεστώτα ιστορικότητας στην πεζογραφία του Κώστα Μαυρουδή, Νέα Εστία, τ. 1818, Ιαν. 2009, σ. 128-143.
(2) Η τάση αυτή παρατηρείται σε κοινωνικούς επιστήμονες, όπως ανθρωπολόγους και ιστορικούς. Στην περίπτωση της ιστοριογραφίας, ένα μοντέλο είναι η ego-histoire, αυτοβιογραφία που όμως προσεγγίζεται συστηματικά με τη συμβολή της θεωρητικής σκευής του ιστορικού που αυτοβιογραφείται (βλ.Passerini L. & Geppert A. C.T., Historians in Flux: The Concept, Τask and Challenge of Ego-histoire, περ.Historein, τ. 3, 2001, Αθήνα). Ευχαριστώ τον Νίκο Παπαδογιάννη που μου υπέδειξε τον όρο, ο οποίος εξέφραζε αυτά που διαισθανόμουν ως αναγνώστρια χωρίς την επιστημονική εξειδίκευση.