H τακτική (κάθε δεύτερο Σάββατο) συνεργασία μου στο ΕΘΝΟΣ, στη στήλη "Αντιθέσεις"
Τα τελευταία χρόνια συχνά ερμηνεύουμε, επιπόλαια και συμπλεγματικά κατά τη γνώμη μου, το βλέμμα του «Βορρά» για ό,τι μας αφορά. Το θεωρούμε άλλοτε αλαζονική ματιά, άλλοτε δηκτική κριτική στον μικρό, τον άτακτο εταίρο της περιφέρειας. Η Ανατολή, η άπω και η εγγύς, απασχόλησε εδώ και αιώνες τους επισκέπτες της (λόγιοι του ρομαντισμού, πορειομανείς, αρχαιόφιλοι, έμποροι και περίεργοι). Το βλέμμα τους σπανίως γινόταν κατανοητό στους αυτόχθονες. Οι εντυπώσεις τους μας φαίνονταν πάντα ότι εστίαζαν στο εξωτικό και την ηθογραφία, που συχνά είναι συνώνυμα του ανεκδοτολογικού και της ελαφρότητας. Στον εικοστό αιώνα, αν κανείς διαθέτει μνήμη και διαβάζει λογοτεχνία, δεν μπορεί παρά να θυμάται τον Τόμας Μαν και τις αναφορές του στον Νότο.
Οι περιγραφές των λαϊκών τάξεων στο περίφημο Θάνατος στη Βενετία (1912) είναι χαρακτηριστικές. Γονδολιέρηδες, αχθοφόροι («σκληροί, ακατανόητοι, με απειλητικές φυσιογνωμίες [...] εργάζονται χωρίς άδεια εργασίας»). Εκείνος που μεταφέρει τον πελάτη ( τον συγγραφέα Ασενμπαχ της νουβέλας) στο Λίντο, διακρίνοντας την Αστυνομία εξαφανίζεται. Ενας άλλος τον πλησιάζει. «Ο κύριος δεν πλήρωσε τίποτε», είπε, κι άπλωσε το χέρι. Ξενοδόχοι στο ίδιο πνεύμα («ήταν κοντός, όλο ευγένειες και τσιριμόνιες»). Μίζεροι κανταδόροι μετά («με φτηνές μελωδίες και εγκαύματα στην πλάτη»). Συχνά οι εικόνες του Νότου μοιάζουν με μικρά αμαρτήματα που ακούει ο εξομολόγος πριν να δώσει την άφεση ή το επιτίμιο. Στη νουβέλα του ίδιου συγγραφέα Ο Μάριος και ο Μάγος (1930) ο αφηγητής φιλοτεχνεί για μια ιταλική λουτρόπολη παρεμφερές σκηνικό «[...] μυρμηγκιάζει από βουερά πλήθη η ακτή. Φιλονικούν, αλαλάζουν, ενώ ο αφόρητος ήλιος τούς ξεφλουδίζει το σβέρκο [...] Συχνά φαίνεται ακατανόητο ότι βρισκόμαστε στην πατρίδα της μουσικής τέχνης».
Στο τέλος των σελίδων μια φράση μοιάζει να αιτιολογεί το άτεγκτο και «ενοχλημένο» βλέμμα. Να την προσέξουμε, γιατί είναι η σκέψη του Μαν που ερμηνεύει την επιφύλαξη για το διαφορετικό και την ετερότητα. «Αν η βόρεια ψυχή δεν δει, δεν συνεκτιμήσει και τις θετικές πλευρές μιας τέτοιας συνθήκης (τα εορταστικά συναισθήματα του καλοκαιριού, την ανεμελιά, την απλοϊκότητα του λαού) μένουν ανεκπλήρωτες κάποιες ανάγκες και ενσταλάζεται μέσα της κάτι σαν περιφρόνηση». Αυτές οι «ανάγκες», όχι της βόρειας ψυχής, αλλά κυρίως ενός πειθαρχημένου πνεύματος απέναντι στο ένστικτο και την άτακτη πρωτογένεια, συχνά μένουν ακατανόητες. Εκείνοι δεν καταλαβαίνουν αυτόν τον κόσμο κι εμείς δεν καταλαβαίνουμε γιατί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου