Πέμπτη 7 Απριλίου 2016

Ο Ανγνώστης.

Από χθεσινή ανάρτηση του περιοδικού "Ο ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ" -
ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΚΑΙ ΤΙΣ ΤΕΧΝΕΣ

Γράφει ο Γιάννης Ν. Μπασκόζος.

Τα ποιήματα των “Τεσσάρων εποχών” –τίτλος που θυμίζει Βιβάλντι– είναι μια παλιότερη συλλογή του Κώστα Μαυρουδή και αφορά στα πάντα : πολιτική κριτική, αυτοβιογραφική ανάμνηση, ταξιδιωτικές ιστορίες, υπαρξιακούς προβληματισμούς. Ανατρέχω και πάλι σε αυτήν καθώς ήρθαν στα χέρια μου σχόλια και κριτικές για την εξαίρετη μετάφραση τους στα ισπανικά, σύμφωνα με τη γνώμη διακεκριμένων ισπανόφωνων κριτικών. Οι «Τέσσερις Εποχές» (Κέδρος) κυκλοφόρησαν από τον σημαντικό εκδοτικό οίκο Pre-Textos στα τέλη του προηγούμενου χρόνου. Τη μετάφραση έχει κάνει ο Βιθέντε Φερνάντες Γκονζάλες, ο οποίος βραβεύτηκε δύο φορές με το Κρατικό Βραβείο Μετάφρασης. Παλιότερα έχει μεταφέρει στα ισπανικά και το βιβλίο του ιδίου με τίτλο «Το δάνειο του χρόνου»(1989). Ως γνωστόν , και αυτό είναι κάτι που με συνδέει με αυτό το βιβλίο, οι «Τέσσερις Εποχές» και ο Μαυρουδής τιμήθηκαν με βραβείο ποίησης του περιοδικού «Διαβάζω», το 2011.
Ο κ. Eduardo Moga, κριτικός, ποιητής και δοκιμιογράφος που έχει γεννηθεί στη Μπαρτσελόνα και ζει στο Λονδίνο, παρουσίασε (12. 11. 2015) με εξαιρετική διαύγεια και αγάπη, τη μετάφραση της ποιητικής συλλογής «Τέσσερις εποχές» ( “Cuatro estaciones”), βρίσκοντας μάλιστα μια ορισμένη συνάφεια με ποιήματα του Καβάφη. Γράφει ο Moga : «Ο Μαυρουδής προτείνει μια ποίηση βαθιά ριζωμένη στην καθημερινή ζωή, στην τριβή των ανθρώπων. Οι ιστορίες του είναι αφηγήσεις, όμως σ’ αυτές πιάνεται, σαν σε άγκιστρο η ποίησή του, όταν απογειώνεται. Οι αφηγήσεις του, επιτρέψτε μου τον πλεονασμό, αρπάζονται σαν άγκυρα από την ιστορία (της χώρας του, τις οικογενειακές, του κόσμου) και στηρίζονται στη διακειμενικότητα η οποία κυριαρχεί: Συναντούμε πρόσωπα, από την Μαντάμ Μποβαρί και τον Μπλεζ Σαντράρ, μέχρι τον Ρουμπινστάιν, τον Γκούφυ, τον Εκκλησιαστή, την Ιζαμπέλ Αλιέντε. Οι φόρμες του, πολύ εύπλαστες –πρόζα και στίχοι–, γίνονται μακροσκελή ποιήματα, που συμπλέκονται γεμάτα πληροφορίες, αλλά και με πλήθος γλωσσικές μεταμορφώσεις και εντυπωσιακές εικόνες, όπως στήθη και “περιπαθείς” μηρούς γυναικών που πηγαίνουν στην παραλία, ενώ άλλοτε μιλούν για ένα κρεβάτι ξενοδοχείου στο χριστουγεννιάτικο Ζάλτσμπουργκ: “[...] ο ύπνος είναι απολαυστικός/ σ’ αυτά τα μαξιλάρια,/ το πάπλωμα χωρίς βαρύτητα,/ σαν μια ιδέα,/ τι όνειρα με αυστριακότητα … [...]”».
»Χαίρομαι που βρήκα στο βιβλίο δύο ποιήματα που αναφέρονται σε πράγματα που γνωρίζω πολύ καλά: το πρώτο έχει τίτλο “Καλοκαίρι, ή στην παραλία τής Μπανταλόνα” (στο οποίο ο ποιητής παρατηρεί την επιθετικότητα του σώματος που ανέφερα προηγουμένως, με κάποιους παραθεριστές γύρω να διαβάζουν Ιζαμπέλ Αλιέντε. Κι εδώ οι πράξεις καταφεύγουν στη μνήμη. Φυλακίζονται στο ποίημα όσα χάθηκαν, για να ξαναζωντανέψουν κάποτε και πάλι».
»Το δεύτερο ποίημα, “Καλοκαίρι, ή εναρκτήριο μάθημα”, περιγράφει ένα μάθημα αγγλικών, που μέσα σ’ αυτό υπάρχει το Λονδίνο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, με τους ναζί να βομβαρδίζουν την πόλη. Χτες, 11η Νοεμβρίου, ήταν ακριβώς η ημέρα που θυμόμαστε, χωρίς εκρήξεις και βόμβες αλλά με παπαρούνες, τους νεκρούς του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και τη συνθήκη ανακωχής των Συμμάχων. Αυτή η εγγύτητα του Μαυρουδή, το ότι μιλά για όσα είδε (ή σκέφθηκε, ή φαντάστηκε), για την αιχμή της ζωής, με ένα άτακτο ψηφιδωτό, έτσι όπως πάντα υπάρχει στη συνείδησή μας, με εντυπώσεις, αναλογίες, αναγνώσεις, διαλόγους, στήθη και μηρούς που θαυμάζουμε, στιγμές που θαμπώνουν και στιγμές που διαρκούν, τον καθιστά πιο απτό, πιο ζωντανό (με το αίμα να κυλά ορμητικό).»
Για τις «Τέσσερις εποχές» στα ισπανικά έγραψε και ο Αlvaro συγγραφέας δύο μυθιστορημάτων, ανθολογιών, και πολλών ποιητικών συλλογών: ”Διαβάζει κανείς πολλά ποιητικά βιβλία, ελπίζοντας ότι, κάποια στιγμή τουλάχιστον, θα συναντήσει έναν ποιητή με γνήσια φωνή, με προσωπικό τόνο αλήθειας που κάνει το έργο να ξεχωρίζει απ’ τα άλλα και να διαθέτει αυθεντικότητα και φυσικότητα στον λυρισμό του. Κι αυτή ακριβώς είναι η περίπτωση του Μαυρουδή. Έχει κληρονομήσει, βεβαίως ο ίδιος μια από τις σπουδαιότερες παραδόσεις της παγκόσμιας ποίησης, την οποία και δεν εγκαταλείπει. Να πω ότι μου έδωσε με τους στίχους του κάτι καινούργιο και ξεχωριστό. Τους διαβάζω σαν κάποιος που ανακαλύπτει ένα τοπίο για πρώτη φορά ή περπατά σε μιαν άγνωστη πόλη. Και σίγουρα δεν είναι (και κυριολεκτικά) λίγες οι πόλεις που υπάρχουν σ’ αυτό το όμορφο και μυστηριώδες βιβλίο: Βενετία, Ζάλτσμπουργκ, Παρίσι, Λονδίνο και Λίβερπουλ, Μπανταλόνα, Λουτράκι, ένα θέρετρο στον Κορινθιακό κόλπο”.
“Ο Μαυρουδής, ο οποίος, διαβάζω στην εισαγωγή, αρέσκεται να συλλέγει διάφορα μικροαντικείμενα σε παζάρια παλαιοπωλών, εκεί όπου βρίσκεται «η απόλαυση της σκέψης» και της «καταγραφής», συνθέτει σ’ αυτό το βιβλίο των Εποχών (τρία ποιήματα για το φθινόπωρο, τέσσερα για τον χειμώνα, τρία για την άνοιξη και άλλα τέσσερα για το καλοκαίρι) ένα είδος διαχρονικού πανοράματος. Γιατί, όπως λέει ο μεταφραστής του, θέτει έτσι «σε διάλογο το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον»• γιατί καταφέρνει να προσδιορίσει μελαγχολικά «τον χαμένο χρόνο μέσα στον χώρο»• γιατί, εν ολίγοις, χρησιμοποιεί τη φωτογραφία και την εικόνα, έτσι ώστε αυτά τα «ίχνη του χρόνου» να βάλουν σε λειτουργία τη διαδικασία του «αναστρέψιμου», που θα μας επιτρέψει να κατανοήσουμε «το ανεξήγητο μυστήριο του χρόνου». Αναφερόμαστε εδώ στο δεύτερο ποίημα του βιβλίου, με τίτλο «Επιστρεψιμότητα», ένα παιχνίδι οπισθοχώρησης, επιστροφής στο χρόνο, όχι νοσταλγίας . Σ’ αυτό βοηθούν τα αντικείμενα και οι πράξεις, όπως σωστά επισημαίνει ο Φερνάντες Γκονζάλες. Και η μνήμη, φυσικά. Σ’ ένα ποίημα που μένει χωρίς σαφές τέλος, ο Μαυρουδής θυμάται τον πατέρα που κρατά σημειώσεις στον τόμο της «Μαντάμ Μποβαρί», πιθανόν για να «συνομιλήσει κάποτε με το παιδί, όταν εκείνος θα απουσιάζει». « …για ποιον άλλον σημειώνει/ στην εναρκτήρια και την τελευταία σελίδα του βιβλίου/ ώρα, ημέρα και χρονολογία που το διάβασε,/θυμίζει βλέπετε ημερολόγιο, με πρόθεση να φτάσει στον μεταγενέστερο…./», λέει ο ποιητής».



Δεν υπάρχουν σχόλια: