Αφήνω τα Φέισ-μπουκ, όπου ανθεί το φαινόμενο και βλέπω έκπληκτος ακόμη και σοβαρούς καθηγητές της Ψ υ χ ι α τ ρ ι κ ή ς, ως συγγραφείς, να αποφεύγουν σαν δυσάρεστη υπενθύμιση το έτος γεννήσεως στο βιογραφικό τους. Πράγματι, μάταια έψαξα να βρω το συγκεκριμένο στοιχείο στα «αυτιά» δύο βιβλίων. Το πρώτο που σκέπτομαι είναι ότι πρόκειται για έναν ανθρώπινο ευεξήγητο ναρκισσισμό. Ναι, απαντώ στον εαυτό μου, αλλά αυτό μπορείς να το κατανοείς αν έχεις να κάνεις με έναν ανυποψίαστο ερωτύλο γραφιά, με μια φιλάρεσκη κυρία, έναν κρυψίνοα μ’ άλλα λόγια, που δεν επιθυμεί να διακρίνεται η βιολογική του πορεία, η ηλικιακή του ταυτότητα. Πώς να το κατανοήσεις σε «μαχόμενους» ψυχαναλυτές, σε πρόσωπα που υποτίθεται ότι φωτίζουν και θεραπεύουν νευρώσεις των άλλων. Τουλάχιστον οι σοβαροί εκδότες θα μπορούσαν να συμμορφώσουν τους συγγραφείς τους στις στοιχειώδεις αυτές γραμματολογικές υποχρεώσεις. Δ ι ό τ ι, η ηλικία του δημιουργού δεν εξυπηρετεί μόνον άσκοπες περιέργειες του κοινού, κενά και ανησυχίες των αναγνωστών. Μέσω αυτής μπορείς να δεις, τώρα ή αργότερα, τη συγκυρία γραφής ενός έργου ή, αν αγνοείς το πρόσωπο, να καταλάβεις σε ποια ηλικιακή ωριμότητα το παρήγαγε, τη σχέση των ιδεών με τον συγγραφέα. Να συνδέσεις κατακτήσεις με το χρόνο. Και επειδή το έργο (παρόλα όσα είπε η νεωτερικότητα), συνδέεται απόλυτα με τον συγγραφέα του, το πραγματολογικό στοιχείο.μας χρειάζεται και διευκρινίζει πολλά
Όσοι στην Ελλάδα προσπάθησαν να εξελληνίσουν ξένα ονόματα (Γιάννης Λένον κ.λπ.), αγνοούν ότι αυτές οι συμπεριφορές έχουν ως πρόγονο την Ιστορία, και συγκεκριμένα τα ήθη των ποικίλων εθνικισμών. Ανάμεσα στα μέτρα του Μουσολίνι, για παράδειγμα, πρέπει να ξέρουμε ότι υπήρξαν για εξάλειψη και αλλαγή των ξένων όρων. Ο autista αντικατέστησε τον σοφέρ, το hotel έγινε το ιταλικότατο albergo. Οι εραστές της μουσικής άκουγαν ηχογραφήσεις των Βλαντίμιρο Χόροβιτς, σονάτες και συμφωνίες του Λουίτζι Μπετόβεν, Φραντσέσκο Σούμπερτ κ.λπ .Στα γραμμόφωνα γύριζαν στις 78 στροφές οι δίσκοι της «La Voce del Padrone» ( His Μaster’s Voice). Όσοι αναγνώστες του Δέντρου μου υπενθυμίζουν ότι κάνουμε κάτι παρεμφερές με τον αλφαβητικό εξελληνισμό των ξένων ονομάτων στις σελίδες μας, ελπίζω να μην συνδέουν την πρακτική μας με φίλαυτες εθνικές ιδεοληψίες. Για την Ιστορία, όπως λέμε, προκαταλαμβάνοντας τη σημασία των λεγομένων μας, εκείνο το «Η Ελλάδα στους Έλληνες», που ακούσαμε από τον τριτοκοσμικό Ανδρέα, δεν ήταν τίποτε άλλο από κλεμμένο σλόγκαν του Μουσολίνι: «Η Ιταλία στους Ιταλούς». Η πρώτη εκείνη αυθεντική εκδοχή αφορούσε τον μεσοπόλεμο. Ακούστηκε κάτω απ’ τον ήλιο της Μεσογείου, ήδη από τη δεκαετία του ’30 !!
Η νεοελληνική συνθήκη είναι η πιο υπερακοντισμένη εφαρμογή των αξιών του Διαφωτισμού σε ό,τι αφορά τα λαϊκά δικαιώματα. Ο περίφημος μέσος άνθρωπος ως πηγή και εφαρμογή εξουσίας (και φυσικά ως καθημερινή εικόνα του αυτόχθονος ήθους) βρίσκεται πολύ πιο μακριά απ’ ό,τι οραματίστηκαν ο ουμανισμός, οι….εγκυκλοπαιδιστές, οι επαναστάσεις και τα Συντάγματα. Στη χώρα μας η βούληση του λαού ασκείται όπως ξέρουμε, απόλυτα, αδιαμεσολάβητα, ανεξέλεγκτα. Στο πεζοδρόμιο και στο οδόστρωμα. Στο λεωφορείο και το τριπλομισθωμένο ταξί. Στο υποτιθέμενο άστυ και την ασυνάρτητη (αλλά μακάρια) ύπαιθρο. Νιώθουμε αυτή τη δύναμη να πηγάζει εκ των κάτω, τόσο ισχυρή όσο και αυτή των αρχόντων. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την καθ’ ημάς λαϊκή εξουσία. Η αδίστακτη εικόνα της (για να μιλήσουμε σοβαρά), θα ήταν ο ασύλληπτος εφιάλτης των σκαπανέων της ελευθερίας, των μεταρρυθμιστών, των ανθρωπιστών που ονειρεύτηκαν δικαιώματα και θεσμική αξιοπρέπεια για τους απλούς ανθρώπους….
Αφού, ως φαίνεται, είναι βολικό ο καλόγουστος στη ζωή της λογοτεχνίας μας να αποκαλείται από τους άλλους ε σ τ έ τ, ας θυμηθούμε τις Αναμνήσεις ενός εστέτ, του Χάρολντ Άκτον (1904-1984) άγγλου διπλωμάτη και συγγραφέα, μονίμως εγκατεστημένου στην Τοσκάνη. Περιέγραψε, μεταξύ των άλλων, κινήσεις ομοεθνών του συγγραφέων στην προπολεμική Φλωρεντία. «Υπήρχε ένα πλήθος απ’ αυτούς, που οπωσδήποτε θα συναντούσες. Ο Ντ. Χ. Λόρενς με τη σύζυγό του, που θυμίζει γυναίκα του Ρούμπενς και κρατά το διχτάκι της αγοράς στο χέρι. Ο Νόρμαν Ντάγκλας, που σκεπτόταν πάντα κάποιον από τους ζωγράφους της Τοσκάνης. Ο Άλντους Χάξλει, που είχε την άποψη ότι στη Φλωρεντία "η προοπτική είναι ευχάριστη, αλλά ο άνθρωπος είναι ουτιδανός". Ο Σκοτ Μόνρικοφ, που δειπνούσε στο εστιατόριο Μπέτι,σκανδαλοθηρούσε στo βιβλιοπωλείο Οριόλι και έπινε βερμούτ στο Καζόνε….
Όταν ρωτήσεις έναν φίλο του σινεμά πώς εξηγείται η εξαφάνιση της μεγάλης κινηματογραφικής παράδοσης στον ιταλικό κινηματογράφο (νεορεαλισμός, κωμωδία, κορυφαίοι και μοναδικοί πρωταγωνιστές), αν δεν είναι «σκληροπυρηνικός» διανοούμενος θα σου απαντήσει απλά. Πρέπει να αναζητήσεις τις αιτίες στην ευημερία. Αυτή αλλάζει τις κοινωνικές στρωματώσεις, τους χαρακτήρες και τις συμπεριφορές που μας γοήτευσαν και μας κατέκτησαν. Θα σου πει, δηλαδή, ό,τι με μορφή ρητορικού ερωτήματος έχει εκφράσει και ο τεχνοκριτικός Κένεθ Κλαρκ. «Πώς αντέχει η γνησιότητα σε συνθήκες ευημερίας και καταναλωτισμού;»
Κ.Μ.