Ο κ. Eduardo Moga, ποιητής, δοκιμιογράφος και κριτικός που έχει γεννηθεί στη Μπαρτσελόνα και ζει στο Λονδίνο, παρουσίασε (12. 11. 2015) με εξαιρετική διαύγεια και αγάπη τη μετάφραση της ποιητικής μου συλλογής "Cuatro estaciones", εκδ.Pre-Textos ("Τέσσερις Εποχές") μτφρ. Βιθέντε Φερνάντες Γκονζάλες. Δημοσιεύω ορισμένα αποσπάσματα ελεύθερα μεταφρασμένα.
[…] Τιτλοφόρησα αυτό το άρθρο “Δύο έλληνες ποιητές”, αλλά σκέφτομαι πως έκανα λάθος. Θα έπρεπε να γράψω «O έλληνας ποιητής κι ένας άλλος ποιητής». Γιατί ο πρώτος είναι o Κωνσταντίνος Καβάφης, ο κατ’ εξοχήν έλληνας ποιητής (αν και γεννήθηκε πριν 150 χρόνια στην Αίγυπτο, από οικογένεια της Κωνσταντινούπολης, και διεκδικεί την ελληνικότητά του μέσω της γλώσσας).
Σε μια μέρα έλαβα δύο βιβλία: την "Ιθάκη", ποιήματα του αλεξανδρινού ποιητή (εκδόσεις Nordica), και τις "Τέσσερις εποχές" του Κώστα Μαυρουδή, ενός σύγχρονου συγγραφέα που δεν γνώριζα. Το βιβλίο του δεύτερου δημοσιεύθηκε από τις εκδόσεις Pre-Textos. Και οι δύο έχουν μεταφραστεί από τον Vicente Fernández González, τον καλύτερο μεταφραστή μας των νέων ελληνικών, μαζί με τον Juan Manual Macías (ο οποίος συμπτωματικά έχει μεταφράσει τα άπαντα του Καβάφη, στις εκδόσεις Pre-Textos, επίσης). Και οι δύο είναι δίγλωσσες και εξαιρετικές: του Μαυρουδή στο κομψό γνωστό σχήμα των εκδόσεων της Βαλένθια, και του Καβάφη, στις Nordica, με την έξοχη εικονογράφηση του Federico Delicado [...]
Στη συνέχεια παραθέτει τις απόψεις του για τον Καβάφη [...] εκθειάζει την εργασία του μεταφραστή Vicente Fernández González, και για ό,τι σπουδαίο έχει κάνει στην ποίηση του Aλεξανδρινού και για τις "Τέσσερις Εποχές" (με γλώσσα συμπαγή, ρέουσα, κατανοητή). «Και βέβαια δεν είναι λίγο», λέει, «καθόλου μάλιστα, το ότι μια ποίηση γραμμένη στα ελληνικά, τόσο ξένα σε σχέση με τη γλώσσα μας, ηχεί με φυσικότητα. Είναι το μέγιστο που μπορεί να ελπίζει ένας μεταφραστής (για το κοινό του)».
Και συνεχίζει: Ο Μαυρουδής προτείνει μια ποίηση βαθιά ριζωμένη στην καθημερινή ζωή, στην τριβή των ανθρώπων. Οι ιστορίες του είναι αφηγήσεις, όμως σ’ αυτές πιάνεται, σαν σε άγκιστρο η ποίησή του, όταν απογειώνεται. «Οι αφηγήσεις του, επιτρέψτε μου τον πλεονασμό, αρπάζονται σαν άγκυρα από την ιστορία (της χώρας του, τις οικογενειακές, του κόσμου) και στηρίζονται στη διακειμενικότητα η οποία κυριαρχεί: Συναντούμε πρόσωπα, από την Μαντάμ Μποβαρί και τον Μπλεζ Σαντράρ, μέχρι τον Ρουμπινστάιν, τον Γκούφυ, τον Εκκλησιαστή, την Ιζαμπέλ Αλιέντε. Οι φόρμες του, πολύ εύπλαστες –πρόζα και στίχοι--, γίνονται μακροσκελή ποιήματα, που συμπλέκονται γεμάτα πληροφορίες, αλλά και με πλήθος γλωσσικές μεταμορφώσεις και εντυπωσιακές εικόνες, όπως στήθη και “περιπαθείς” μηρούς γυναικών που πηγαίνουν στην παραλία, ενώ άλλοτε μιλούν για ένα κρεβάτι ξενοδοχείου στο χριστουγεννιάτικο Ζάλτσμπουργκ: “[...] ο ύπνος είναι απολαυστικός/ σ' αυτά τα μαξιλάρια,/ το πάπλωμα χωρίς βαρύτητα,/ σαν μια ιδέα,/ τι όνειρα με αυστριακότητα ... [...]”.
Σ’ αυτό το περιβάλλον, όπου συμβαίνουν τόσα, με καθαρή αντίληψη και διεισδυτική σκέψη, τα ποιήματα των "Τεσσάρων εποχών" –τίτλος που θυμίζει Βιβάλντι– αφορούν σχεδόν τα πάντα: την πολιτική κριτική, την αυτοβιογραφική ανάμνηση, τις ταξιδιωτικές ιστορίες, τον ιστορικό βρόχο, την υπαρξιακή ώθηση. Μια ποίηση απτή και τόσο όμορφα βέβηλη, όπως όταν μιλά για μια κηδεία: "[...] την τυποποιημένη πλέον φροντίδα / των γραφείων κηδειών / σε όλους τους νεκρούς/ άνδρες-γυναίκες/για τα μαλλιά τους που χτενίζουν προς τα πίσω/ μιαν ευκολία ως φαίνεται των μακιγιέρ/ στιλ που θυμίζει μεσοπόλεμο/ τον κόμη Τσιάνο για παράδειγμα,/ τον άτυχο Ντίνου Λιπάτι,/ ή τον Γκαρθία Λόρκα στο πορτρέτο του '30... [...]".
Χαίρομαι που βρήκα στο βιβλίο δύο ποιήματα που αναφέρονται σε πράγματα που γνωρίζω πολύ καλά: το πρώτο έχει τίτλο "Καλοκαίρι, ή στην παραλία τής Μπανταλόνα" (στο οποίο ο ποιητής παρατηρεί την επιθετικότητα του σώματος που ανέφερα προηγουμένως, με κάποιους παραθεριστές γύρω να διαβάζουν Ιζαμπέλ Αλιέντε. Κι εδώ οι πράξεις καταφεύγουν στη μνήμη. Φυλακίζονται στο ποίημα όσα χάθηκαν, για να ξαναζωντανέψουν κάποτε και πάλι.
.
Το δεύτερο ποίημα, "Καλοκαίρι, ή εναρκτήριο μάθημα", περιγράφει ένα μάθημα αγγλικών, που μέσα σ’ αυτό υπάρχει το Λονδίνο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, με τους ναζί να βομβαρδίζουν την πόλη. Χτες, 11η Νοεμβρίου, ήταν ακριβώς η ημέρα που θυμόμαστε, χωρίς εκρήξεις και βόμβες αλλά με παπαρούνες, τους νεκρούς του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και τη συνθήκη ανακωχής των Συμμάχων. Αυτή η εγγύτητα του Μαυρουδή, το ότι μιλά για όσα είδε (ή σκέφθηκε, ή φαντάστηκε), για την αιχμή της ζωής, με ένα άτακτο ψηφιδωτό, έτσι όπως πάντα υπάρχει στη συνείδησή μας, με εντυπώσεις, αναλογίες, αναγνώσεις, διαλόγους, στήθη και μηρούς που θαυμάζουμε, στιγμές που θαμπώνουν και στιγμές που διαρκούν, τον καθιστά πιο απτό, πιο ζωντανό (με το αίμα να κυλά ορμητικό).» Παραθέτει τέλος ο Eduardo Moga, ολόκληρο το μεταφρασμένο ποίημα της σελίδας 23 (στην ελληνική έκδοση) «Καλοκαίρι, ή Αύγουστος στο Λουτράκι».
Η πολύ ελεύθερη, αλλά επεξηγηματική μ’ αυτόν τον τρόπο, απόδοση του κειμένου οφείλεται στη συνεργασία μου με την κ. Ευαγγελία Γιάννου. Στις φωτογραφίες το εξώφυλλο του βιβλίου και ο ισπανός κριτικός τον οποίο οφείλω να ευχαριστήσω για την σπουδαία προσέγγιση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου