Δευτέρα 10 Μαρτίου 2014

Ζωοφιλία



 
Συνέπεσαν μέσα στο 2013 δύο ζωοφιλικά κείμενα ιδιαίτερης αξίας: το ένα ποιητικό, το άλλο πεζό. Το πρώτο επιγράφεται Ζώα στα σύννεφα και υπογράφεται από τον πρόωρα απόδημο, φίλο ακριβό, Γιάννη Βαρβέρη, τον πιο χαρισματικό ποιητή της γενιάς του. Το άλλο τιτλοφορείται Η αθανασία των σκύλων και ανήκει στον Κώστα Μαυρουδή, τον πιο ευγενικό συγγραφέα στις απολίτιστες μέρες μας, που χρόνια τώρα ποτίζει το περιοδικό ΔΕΝΤΡΟ. Προσφέρουν και τα δύο κείμενα γνώση και απόλαυση, αν μάλιστα κάποιος έγινε στα όψιμα χρόνια του ζωοφιλικός, χαζεύοντας σε παραπλήσιο άλσος υπαίθρια σκυλιά που παίζουν με υπαίθρια μωρά.

Τα Ζώα στα σύννεφα
αποδείχτηκαν φυγόκεντρη διαθήκη: συντελεσμένη συλλογή που δεν πρόλαβε ο Γιάννης να τη δει τυπωμένη, και παραδόθηκε μεταθανάτια στην τρυφερή φροντίδα της γυναίκας του, σφραγίζοντας και τον συλλογικό τόμο Ποιήματα Β' (2001-2013). Με την ευκαιρία, θυμίζω στα κλεφτά αριθμούς, κατηγορίες και τίτλους που παραπέμπουν στο πολύτροπο και πολύτυπο έργο που βγήκε από τα παραγωγικά χέρια του Γιάννη Βαρβέρη, προτού σβήσει απότομα στα πενήντα έξι του χρόνια:

Δώδεκα ποιητικές συλλογές, που εγκαινιάστηκαν το 1975, με την καβαφική επιγραφή Εν φαντασία και λόγω. Δεκαοκτώ μεταφράσεις (δέκα ξενόγλωσσες και οκτώ ομόγλωσσες), όπου εξέχουν τέσσερις κωμωδίες του Αριστοφάνη και ισάριθμες του Μενάνδρου. Εξι τόμοι επίκαιρης θεατρικής κριτικής, υπό τον τίτλο Η κρίση του θεάτρου, δύο τόμοι με λογοτεχνικά δοκίμια, δύο πεζογραφήματα και μια Ελληνική ποιητική ανθολογία θανάτου του εικοστού αιώνα, σε συνεργασία με τον Κ. Γ. Παπαγεωργίου. Τα ζωοφιλικά ποιήματα, αν μετρώ καλά, φτάνουν στα ογδόντα πέντε, είναι κατά κανόνα μονόστροφα και ολιγόστιχα - ένα τους μάλιστα συμπυκνώνεται σε έξι μόλις λέξεις ― υπόδειγμα ποιητικής οικονομίας: /Το πιο βασανισμένο αμφίβιο / είναι το κύμα / της ακτής./

Στο επόμενο (δίστροφο ποίημα) η φιλάνθρωπη ειρωνεία κάνει παρέα με το μαύρο χιούμορ: Η αρκούδα πάνω στα βουνά / τα χιονισμένα / πλησιάζει τον νεκρό στρατιώτη με συμπάθεια. ― Δεν θα τον φάω, σκέφτεται / αφού για χάρη μου / κάνει τον πεθαμένο. Το τρίτο φιλοζωικό παράδειγμα αποπνέει υποθετική αισιοδοξία: Επισκεπτόμενος / κήπους ζωολογικούς / πάντα σχεδόν θα δεις / διεθνή την πινακίδα: «ΖΟΟ»./ Μήπως είναι κι αυτή / μια λέξη ελληνική / σαν ρήματος κραυγή ασυναίρετη / που όταν τη συναιρέσεις πάει να πει: / «Απλώς και μόνον ΖΩ»; Στο μεταξύ ο συλλεκτικός δεύτερος τόμος ανοίγει με μακάριο-μακάβριο χαιρετισμό: Στην υγειά σας / πεθαμένοι.

Κι έτσι περνώ από την πίσω πόρτα στην Αθανασία των σκύλων του Κώστα Μαυρουδή. Που χρόνια ψάχνει και ψάχνεται, στο υπέδαφος της αδιαίρετης λογοτεχνίας, εναλλάσσοντας την ποίηση με την πεζογραφία. Ως τώρα βγήκαν τέσσερις ποιητικές συλλογές, τρία πεζόμορφα κείμενα «αφοριστικού στοχασμού», κάποιες «περιγραφές ταξιδιωτικών εντυπώσεων», κι ένας τόμος με επίκαιρα άρθρα και σχόλια. Κοινός τους παρονομαστής: μια σπάνια γλωσσική ευαισθησία, έκδηλη και στις «70 σύντομες ιστορίες», που συντάσσονται στην Αθανασία των Σκύλων. Θα επιμείνω στη δεύτερη ιστορία, όπου εμφανίζεται το ίνδαλμα της αθανασίας ως παράλλαξη της ευθανασίας. Παραφράζω και αντιγράφω με δηλωμένες περικοπές: Ο αφηγητής, σε κατάσταση «αναίτιας ευφορίας» έχει όρεξη για κουβέντα. Βολταρίζοντας σ' ένα μικρό πάρκο, βρίσκεται όρθιος μπροστά σε δυo ηλικιωμένους που κάθονται στο ίδιο παγκάκι. Καθένας με τον σκύλο του: ο πρώτος εφοδιασμένος με υπέργηρο σέτερ Λάβερακ, που ακούει στο όνομα Ερμής∙ ο δεύτερος έχοντας ένα ανώνυμο λευκό Κανίς.

Ο αφηγητής αποφαίνεται πως μάλλον δεν θα βρέξει, αλλά η απόφασή του δεν πιάνει τόπο. Αλλάζοντας τώρα συζήτηση, σχολιάζει τα καταπονημένα γηρατειά του Ερμή και παίρνει απρόβλεπτη απάντηση - αντιγράφω:
«Είναι δεκαπέντε, διευκρίνισε ο κτήτορας, χαϊδεύοντας το κεφάλι του ζώου. Βαδίζει δύσκολα, έχει πρόβλημα καρδιάς και νεφρών, μένουμε όμως δίπλα. Είναι η μοναδική του μετακίνηση, πρόσθεσε, κι αμέσως πήρε λόγιο ύφος: Ο σκύλος, κύριε, είναι αθάνατος! Δεν είναι δική μου η σκέψις. Το έχει γράψει ένας Γάλλος συγγραφέας του περασμένου αιώνα. Πεθαίνουν μόνον εκείνοι που το γνωρίζουν [...]. Ο Ερμής δεν έχει συνείδηση, αγνοεί το τέλος, όπως το δάσος δεν γνωρίζει τίποτε για το πριονιστήριο. Μακαριότητα. Εζησε και πεθαίνει, χωρίς να υποψιάζεται την απουσία του, χωρίς να ξέρει τίποτε για τον χρόνο. Σκέπτομαι ότι, όποτε χρειαστεί, θα υποβάλω σε ευθανασία μια ανύποπτη, δηλαδή αθάνατη ύπαρξη».

Αποκαλυπτική ιστορία, που η διήγησή της πιάνει μόλις μιάμιση σελίδα. Επιλέγοντας, θυμίζω πως ο Ερμής υπήρξε και χθόνιος θεός, για την ακρίβεια: «ψυχοπομπός», οδηγώντας τις ψυχές των νεκρών στον Αδη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: