Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2008

Παλιές αναγνώσεις


Ένας θεός ξέρει τι απομένει από τα διαβάσματά μας μετά από χρόνια. Κυρίως εικόνες, γενικές εντυπώσεις, αυτό που θα λέγαμε ατμόσφαιρα. Το ίδιο συμβαίνει με τις ταινίες, που γίνονται θαμπό περίγραμμα και χρόνια μετά θυμόμαστε περισσότερο με ποια παρέα τις είδαμε, σε ποιο σινεμά, παρά τη δομή, την υποκριτική, τους διαλόγους. Όλα αυτά βέβαια δεν ισχύουν για τα νεότερα παιδιά που τα χωρίζει από το γεγονός μηδαμινή χρονική απόσταση και ακούνε πίσω τους την αναπνοή του.


Αυτή την εντύπωση μου προκάλεσε πρόσφατα και Ο κονφορμίστας του Μπερτολούτσι, που ξαναείδα μετά από 37! χρόνια. Είχα στο νου μου ανάκατες εντυπώσεις. Τα χρώματα του βροχερού Παρισιού που επισκέπτεται ο πρωταγωνιστής (με σκοπό να δολοφονήσει τον αυτοεξόριστο παλιό καθηγητή του που ζει εκεί), αφηγηματικούς τόνους της ταινίας, και κάτι όλως διόλου αφηρημένο από τον αμοραλιστή ήρωα ( Ζαν Λουί Τρεντινιάν ). Και ξαφνικά με μια καινούργια θέαση, ξαναζωντανεύει η αόριστη εντύπωση του 1971. Βλέπω, όπως συνήθως συμβαίνει, με τα μάτια ενός νέου προσώπου το παλιό θέαμα Πιστοποιώ τι ήταν, πόση αντιστοιχία έχει μ’ εκείνο που θυμόμουν, και κρίνω πόσο ώριμο είναι, δηλαδή τι αντοχές διαθέτει στο χρόνο. Είμαστε εμείς μα και δεν είμαστε, εκείνοι που το είχαν δει στην Αλκυονίδα μεσούσης της δικτατορίας. «Αυτοβιογραφούμαι με όσα είδα ως άλλος», όπως έγραφα στη Στενογραφία. Κι άλλα ενδιαφέροντα όμως μπορεί να έχουν συμβεί. Για παράδειγμα,διάβασα εντωμεταξύ κάτι παλιές επιστολές (νομίζω του ’37) που είχε απευθύνει ο Μοράβια, συγγραφέας του Κομφορμίστα, στον Ντούτσε. Απευθύνθηκε σ’ εκείνον, διότι βρέθηκε σε δυσμένεια από το καθεστώς και σταμάτησε η συνεργασία του με την εφημερίδα όπου έγραφε. Τις δημοσιεύσαμε πριν δυο τρία χρόνια στο Δέντρο. Κι εκείνος, λέει, ανταποκρίθηκε. Μεσολάβησε, και αμέσως η σχέση του με την εφημερίδα αποκαταστάθηκε.


Η αφορμή όμως για τις εντυπώσεις από τη σχέση μας με τα παλιά έργα είναι πολύ ταπεινότερη. Είδα σε μια εφημερίδα τη διαφήμιση του θεατρικού έργου Άλμα Μάλερ (πολυθρύλητη σύζυγος του σημαντικού αυστριακού συνθέτη) όπου πρωταγωνιστεί η Ζωή Λάσκαρη. Δεν θα σχολιάσω αυτό που αμέσως σκέπτεται κανείς, αλλά θα συνεχίσω τη σκέψη με την οποία άρχισα. Τι δηλαδή θυμάμαι από την πολυτάραχη βιογραφία της Μάλερ που είχα διαβάσει πριν από χρόνια. Λοιπόν, ούτε καν σαφείς πληροφορίες περί του βίου της δεν έχω συγκρατήσει. Όλως περιέργως, ανακαλώ μόνο μια λεπτομέρεια. Το ζεύγος επέστρεφε στην Ευρώπη από την Αμερική, όπου ο Μάλερ είχε εμφανιστεί και είχε διευθύνει σε διάφορες πόλεις. Ο συνθέτης ήταν καρδιοπαθής και η κατάσταση της υγείας του, μετά τις περιοδείες του, ήταν επιβαρυμένη. Ένας νεαρός Αυστριακός που γνώρισαν στο πλοίο, τους υποσχέθηκε ότι θα παράσχει κάθε βοήθεια όταν αφιχθούν στη Χάβρη. Η Μάλερ, λοιπόν, κατήγγελλε την ασυνέπειά του. Δεν τήρησε το λόγο του, έλεγε, και κατά την άφιξη εξαφανίστηκε. Με σαφήνεια έχω συντηρήσει μόνον αυτή την αναφορά απ’ όλο το βιβλίο, εκεί που θα μπορούσα να θυμάμαι πρόσωπα από την πολυτάραχη ερωτική ζωής της. Υποθέτω πως ο λόγος είναι ένας και μοναδικός. Ο ασυνεπής νεαρός που ταξίδευε μαζί τους ήταν ο συγγραφέας Στέφαν Τσβάιχ. Η χαριτωμένη παιδική αταξία εκείνης της αποβίβασης καταγράφεται εύκολα, γιατί είναι μια αντίστιξη στο έργο του και στο δραματικό του τέλος.


Δεν υπάρχουν σχόλια: