Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2013

Η αθανασία των σκύλων, Πόλις, 2013

Η βιβλιοκριτική του συγκριτολόγου Μπάμπη Δερμιτζάκη που ακολουθεί (απόσπασμα, εδώ, εξ ανάγκης) δημοσιεύτηκε στο ηλεκτρονικό περιοδικό "Λέξημα". Κώστας Μαυρουδής, Η αθανασία των σκύλων, Πόλις 2013, σελ. 212 \ […] Έχουμε παρουσιάσει άλλα έξι βιβλία του Κώστα Μαυρουδή. Αυτά είναι: Στενογραφία, Η ζωή με εχθρούς, Τέσσερις εποχές (ποίηση), Οι κουρτίνες του Γκαριμπάλντι, Επίσκεψη σε γέροντα με άνοια (ποίηση) και Με εισιτήριο επιστροφής. Έτσι, κάποια πράγματα από αυτά που έχουμε ήδη γράψει αναπόφευκτα θα τα ξαναγράψουμε. Υπάρχουν τρεις βασικοί τύποι συλλογισμού: ο επαγωγικός, ο παραγωγικός και ο αναλογικός. Ο αναλογικός κάνει μια σύγκριση και βρίσκει ομοιότητες. Η πιο απλή χρήση του αναλογικού συλλογισμού σε μικροκλίμακα είναι η μεταφορά. Συγκρίνουμε είτε απερίφραστα, παραθέτοντας τόσο το όχημα (vehicle) όσο και την έννοια (tenor), («Οι παιδικές ασθένειες είναι οι αλκυονίδες των σχολικών ημερών» "Η αθανασία των σκύλων", σελ. 67), είτε παραθέτοντας μόνο το όχημα («Μέσα στης μαργαρίτας τ’ αλωνάκι», από τον Ελύτη αυτό). Η πιο σύνθετη σε μεγακλίμακα είναι η συγκριτολογική μελέτη, όπου συγκρίνονται δυο έργα, δυο συγγραφείς ή δυο καλλιτεχνικά ρεύματα για παράδειγμα. Ο Μαυρουδής βρίσκεται ενδιάμεσα. Κινούμενος ανάμεσα στη μικροκλίμακα της μεταφοράς και στη μεγακλίμακα της συγκριτολογικής μελέτης γράφει μικρά δοκίμια με έντονο το συγκριτολογικό στοιχείο, που σπάνια ξεπερνάνε τις δύο σελίδες. Αυτό απαιτεί μια ειδική συνειρμική ικανότητα που δεν την διαθέτουν όλοι. Τη θαυμάσαμε στα προηγούμενα έργα του, τη θαυμάσαμε και τώρα. Η σύλληψη των κειμένων αυτών έχει κάτι από το αυθόρμητο και το εμπνευσμένο ενός ποιήματος, και γι’ αυτό διαθέτουν και την αντίστοιχη λογοτεχνικότητα («φορούσε εφημερίδες για το κρύο --τυλιγμένος με γεγονότα, άρθρα, κριτικές ταινιών» σελ. 51). Όμως ο Μαυρουδής κινείται και προγραμματικά. Έχοντας επιλέξει το θέμα, τα σκυλιά, με τα οποία έχει μια αγαπητική σχέση, αφήνει τις κεραίες του ανοικτές να συλλάβουν κάθε τι που μπορεί να έχει σχέση με αυτά. Ακόμη και όταν δεν έχει, τη δημιουργεί ο ίδιος. Έτσι βλέπουμε από κείμενα όπου κάποιο σκυλί καταλαμβάνει όλο τον «πίνακα» (για να χρησιμοποιήσουμε μια μεταφορά, μια και μιλάγαμε για μεταφορές) μέχρι κείμενα όπου το σκυλί καταλαμβάνει απλώς μια γωνία στο βάθος. Και επειδή η αναλογία φτάνει μέχρι εδώ, καθώς η σύλληψη ενός πίνακα είναι gestalt, ολιστική, ενώ ενός αφηγήματος γραμμική, το σκυλί, όταν είναι δευτεραγωνιστής, καταλαμβάνει ελάχιστες θέσεις μέσα στην αφήγηση, και μάλιστα σε ένα από τα αφηγήματα μόλις στο τέλος, κυριολεκτικά, σαν τελευταία λέξη, σε μια χρήση μεταφορική. Βρίσκεται στο 65ο αφήγημα, στο οποίο ο Μαυρουδής εξιστορεί, ανάμεσα στα άλλα, την ιστορία του Αγίου Ιερώνυμου και του λιονταριού (εμείς στο σχολείο μάθαμε την ιστορία με τον Ανδροκλή), που του έβγαλε ένα αγκάθι, και από τότε έγινε πιστός του σύντροφος. «Το εύρωστο λιοντάρι με την πλούσια χαίτη είναι ήδη σκύλος», καταλήγει ο Μαυρουδής. Στο 14ο αφήγημα βρίσκεται στην τρίτη θέση πριν το τέλος: «Είναι οι σκύλοι των Ρωμαίων». Πάλι σε μεταφορική χρήση, για τα λιοντάρια του Μάρκου Αυρήλιου. Στο 16ο αφήγημα, πάλι σαν μεταφορά, στην 6η θέση πριν το τέλος, ενώ στο 56ο αφήγημα οι σκύλοι είναι πήλινοι (αρχαιοκαπηλία). Ναι, ο σκύλος είναι το θεματικό πρόσχημα για διάφορες ιστορίες που θα ήταν αδύνατον να ενοποιηθούν διαφορετικά. Στο 4ο αφήγημα ο Μαυρουδής μιλάει για ένα χωρισμό (να δείτε την ταινία του Ασγάρ Φαραντί), στον οποίο το δάγκωμα ενός σκύλου αποτέλεσε την πρόφαση της γυναίκας να παρατήσει τον άντρα. Ο δυστυχισμένος δεν μπόρεσε να το κατανοήσει. Ο Μαυρουδής τις ιστορίες του τις αγρεύει από την ιστορία, από τη λογοτεχνία, από τη ζωγραφική, από κινηματογραφικές ταινίες, από παραμύθια, αλλά και από σκηνές που συναντάει στην καθημερινή του ζωή. Περπατώντας στην Ομόνοια πέφτει πάνω σε δύο σκηνές, ταυτόχρονες και σε εγγύτητα, που τον οδήγησαν σε διαλογισμούς που αποκρυσταλλώθηκαν στο 53ο αφήγημα. «Ένα βρώμικο λυκόσκυλο μύριζε επίμονα το έδαφος…» είναι η μια σκηνή. «Λίγα μέτρα μακριά του, ένας θεατρικός σκηνοθέτης μόλις είχε προμηθευτεί εφημερίδα και διάβαζε με το κεφάλι βαθιά στο δισέλιδο» είναι η άλλη. Μόνο ο Μαυρουδής θα μπορούσε να βρει αναλογίες ανάμεσα σε αυτές τις ολότελα, και όχι μόνο φαινομενικά, άσχετες σκηνές. […] Διαβάζουμε: (το παραθέτω πλήρες, για την ποιητικότητά του). «…μαζί τους ανεβαίναμε κι εμείς, σ’ ένα χρόνο απόλυτα προσωπικό, με την ανησυχία που δημιουργεί η πτήση στα όνειρα. Θεατές και συγχρόνως μέρος του θεάματος, αβαρείς πάνω απ’ τις στέγες και τους λόφους, πετούσαμε όπως οι άγγελοι, οι φαντασιόπληκτοι, και οι ακατανόητες μπλε και πράσινες φιγούρες που διασχίζουν, διστακτικές ή ακίνητες, τους σκοτεινούς ουρανούς του Σαγκάλ» (σελ. 160). Θυμήθηκα τη Μαργαρίτα του Μπουλγκάκοφ, να πετάει πάνω στο σκουπόξυλό της, σαν μάγισσα, ψηλά στους σοβιετικούς ουρανούς. Το μυθιστόρημα του Μπουλγκάκοφ («Ο μαιτρ και η Μαργαρίτα») με παρότρυνε ένθερμα να το διαβάσω μια πολύ όμορφη κοπέλα. Εγώ όμως έτσι κι αλλιώς το είχα στο πρόγραμμα, απλά επέσπευσα. Εξαιρετικός ο Μαυρουδής, ελπίζω να διαβαστεί το βιβλίο του όχι μόνο από τους βιβλιολάτρες αλλά και από τους κυνολάτρες. Και στο παρκάκι στα Καραγιαννέικα, στην καθημερινή μου βόλτα, συναντάω αρκετούς. […] Τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές βλέπω από την μπαλκονόπορτα μπροστά μου μια δεσποινίδα με το σκυλάκι της να ανεβαίνει την Κλεάρχου (γράφω «δεσποινίδα» κατ’ αναλογία με το «κυρία», και όχι «κοπελιά» ή «κοπέλα»). Αυτό, βιαστικό, τραβάει την αλυσίδα τεντώνοντάς τη, καθώς αυτή δεν βιάζεται. Τώρα πάει, χάθηκαν. Καιρός να βάλω κι εγώ την τελευταία τελεία, μια και κοντεύουμε να συμπληρώσουμε τις τρεις σελίδες.

Δεν υπάρχουν σχόλια: