Πέμπτο ποιητικό βιβλίο –έχει δημοσιεύσει και τέσσερα πεζά– για τον Κώστα Μαυρουδή (γ. 1948), χαρακτηριστικό εκπρόσωπο της γενιάς του ’70 και συνεκδότη, με τον Τάσο Γουδέλη, του περιοδικού Το Δέντρο από το 1978.
Οι Τέσσερις εποχές αποτελούνται από δεκατέσσερα ποιήματα που ακολουθούν όχι μόνο την αέναη ροή του χρόνου, αλλά και την περιήγηση του ποιητή στην ιδιαίτερη πατρίδα της μνήμης.
Το μότο, αντλημένο από τον Αμερικανό μοντερνιστή Ουάλας Στίβενς, μας προϊδεάζει: «…η αρχική ιδέα γίνεται ο ερημίτης μέσα στις μεταφορές του ποιήματος». Έτσι κι εδώ, η νοσταλγική διαδρομή στο προσωπικό βίωμα συμπλέκεται με μια ποιητική διαδικασία που ξεγυμνώνεται και αποκαλύπτει τους αρμούς της.
Η αφήγηση ξεδιπλώνεται αργά, χαμηλή σε θερμοκρασία, δοσμένη με περιγραφική ενάργεια και σχολαστική επιμονή στη λεπτομέρεια, συνυφασμένη με τον στοχασμό, τον συλλογισμό και το αυτοσχόλιο. Ποια είναι η σχέση του αφηγητή με τον αναγνώστη, πώς το ξένο γίνεται οικείο στην ιστορία, προσωπική και μη; Πώς διαχειρίζεται κανείς τα γνωστά «παλιά γεγονότα» που όμως «δείχνουν ανεξιχνίαστα»;
Προκειμένου να μιλήσει για τον χρόνο, ο Μαυρουδής βγαίνει εκτός των ορίων του. Στο τοπίο μιας ανεστραμμένης αναψυχής, με διαρκείς επιστροφές και μετατοπίσεις, από τις ευρωπαϊκές πόλεις έως την ελληνική επαρχία, η ύπαρξη εντάσσεται στον κόσμο των αντικειμένων, κατόπιν αποδομείται και μετατρέπεται τελικά σε ύλη ποιητικής αναθύμησης.
Στόχος δεν είναι η συγκίνηση. Καθώς θέμα της συλλογής αποτελεί και εκείνο το οποίο πάντοτε διαφεύγει, το παρελθόν, δηλαδή, και η μνήμη που αδυνατεί να το αρχειοθετήσει και να το καθυποτάξει, υπάρχει μια αίσθηση εγκεφαλικότητας, σαν να επισκεπτόμαστε ένα μουσείο φυσικής ιστορίας ή σαν να περιεργαζόμαστε μια «νεκρή φύση». Σπουδή στην αισθητική της ματαιότητας, στη ζωή που εγκυμονεί τον θάνατο, στα απολιθωμένα εκθέματα του παρελθόντος.
Καθώς όμως περιφερόμαστε σε μια δυστοπία που περιβάλλει, θα λέγαμε, σαν κέλυφος την ποιητική έκφραση, με το βλέμμα αποστασιοποιημένο και τη διατύπωση συνειδητά αντιλυρική, μας αποκαλύπτεται εντέλει και η άλλη πλευρά του νομίσματος, η κατασταλαγμένη έκφραση της υπαρξιακής γαλήνης στον πυρήνα του στοιχειώδους: «Τώρα είναι άνοιξη,/ απέναντί μου βλέπω τον αμυγδαλεώνα,/ στον κήπο μεγαλώνουν φασολιές». Τώρα πλέον μπορούμε να καταλάβουμε κι εμείς και να σταθούμε «ακίνητοι για τη φωτογραφία (…) έκθαμβοι μέσα στο διαρκές παρόν».
[δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Διαβάζω, τεύχος 518, σελ. 62]
image:Vito Cano
2 σχόλια:
Συγχαρητήρια. Πανάξιο.
Ε.
Εξαιρετική, με αρετές δημιουργικού κειμένου, και η κριτική του Μάνου Στεφανίδη στην χθεσινή "Καθημερινή".
Gaetano
Δημοσίευση σχολίου